Το έργο «γενόσημα φάρμακα» ξεκινάει λίγο μετά το καλοκαίρι του 2015 και κρατάει μέχρι και σήμερα!
Το 2015 είχε ξεσπάσει μια άνευ προηγουμένου υπόγεια κόντρα μεταξύ του καρτέλ των φαρμακοβιομηχανιών, των δανειστών και των κυβερνητικών, που είχε να κάνει με τα γενόσημα φάρμακα και μάλιστα λίγο πριν τις κάλπες.
Από το 2015 και μέχρι και σήμερα εν έτη 2023 και πάλι λίγους μήνες πριν πάει η χωρά μας σε εκλογές η αύξηση της διείσδυσης των γενοσήμων φαρμάκων στη χώρα μας παραμένει ο νούμερο ένα στόχος για την τωρινή κυβέρνηση αλλά και για τους ευρωπαίους δανειστές παράλου που η χώρα μας έχει βγει θεωρητικά από τα μνημόνια.
Εδώ και χρόνια πολλοί υπουργοί υγείας προσπάθησαν να στηρίξουν την υπόθεση γενόσημα αφού ήταν εντολή από παλιά της τρόικας και παραμείνει και μέχρι και σήμερα νούμερο ένα στόχος για μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης. Όπως φάνηκε όμως μέχρι και σήμερα ο στόχος αυτός δεν είχε επιτευχθεί, όπως έπρεπε αφού και το ποσοστό των γενοσήμων δεν είχε αυξηθεί όσο θα έπρεπε ενώ η φαρμακευτική δαπάνη μειώθηκε με άλλα κουρέματα.
Στα …άκρα για τη συνταγογράφηση
Μέσα στις προσπάθειες για αύξηση της χρήσης γενοσήμων στη χώρα μας, οι δανειστές πίεζαν ώστε να εφαρμοσθεί η συνταγογράφηση με βάση τη δραστική ουσία χωρίς τη χρήση της εμπορικής ονομασίας του φαρμάκου.
Η θέση αυτή των τροικανών είχε βρει από τη πρώτη στιγμή αντίθετη την ελληνική φαρμακοβιομηχανία η οποία παράγει κυρίως επώνυμα γενόσημα φάρμακα. Αντιδράσεις υπήρχαν και από τους γιατρούς, που εύλογα ήθελαν να έχουν τον πρώτο λόγο στη θεραπεία των ασθενών τους ορίζοντας και την εμπορική ονομασία των φαρμάκων. Πάντως οι αντιδράσεις των Ελλήνων Φαρμακοβιομηχάνων ήταν εύλογες, αν σκεφτεί κανείς ότι είχαν και έχουν στα χέρια τους ένα σημαντικό κομμάτι της εγχώριας παραγωγικής βιομηχανίας.
Αξιοσημείωτο είναι ωστόσο πως είτε, οι γιατροί πάντα όριζαν με κάποια μέθοδο το φάρμακο που θα έπρεπε να πάρει ο ασθενής τους. Και ορθώς θα μπορούσε να επισημάνει κανείς, έστω και αν αυτή η δυνατότητα άνοιγε πάντα έναν δίαυλο… επικοινωνίας μεταξύ φαρμακευτικών εταιρειών και ιατρικού κόσμου.
Το παιχνίδι όμως πλέον “παίζεται” σε άλλο επίπεδο.
Οι Έλληνες φαρμακοβιομήχανοι υποστηρίζουν πια ανοικτά πως πίσω από τις μνημονιακές απαιτήσεις κρύβονται άλλες επιδιώξεις, που μπορεί πιθανώς και να σχετίζονται με τις ξένες φαρμακευτικές εταιρείες ή πολυεθνικές.
Θεωρούν δηλαδή, όσοι κινούνται στο πλαίσιο της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ), ότι τελικά πολλοί είναι εκείνοι που κερδίζουν εάν πωλούνται ακριβότερα φάρμακα πρωτότυπα, στη χώρα μας.
Κίνητρα για τα γενόσημα
Οι Έλληνες Φαρμακοβιομήχανοι πάντως είχαν διαμηνύσει από τότε πως όποια κυβέρνηση και να εκλεγεί, θα πρέπει να βρει τρόπο να προωθήσει τα γενόσημα, τη στιγμή που οι δεσμεύσεις μας προς τους δανειστές λένε πως το ποσοστό χρήσης τους από το σημερινό 23% θα πρέπει να ανέλθει στο 40% μέχρι το τέλος του 2015 και στο 60% μέχρι το 2016.
Μάλιστα οι Έλληνες Φαρμακοβιομήχανοι υποστηρίζουν πως η εφαρμογή της υποχρεωτικής συνταγογράφησης με τη δραστική ουσία τα τελευταία χρόνια, δεν επέφερε το επιθυμητό αποτέλεσμα αφού τα γενόσημα παρέμειναν στα ίδια χαμηλά επίπεδα σε σχέση με εκείνα των άλλων χωρών της ΕΕ.
“Το μέτρο απέτυχε παταγωδώς γιατί αγνοήθηκε το γεγονός ότι η αύξηση της χρήσης των γενοσήμων αποτελεί θέμα εμπιστοσύνης και συνειδητής επιλογής ιατρών ασθενών και φαρμακοποιών”, λένε κύκλοι που πρόσκεινται στους Έλληνες φαρμακοβιομηχάνους.
Μάχη και για τα ακριβά φάρμακα
Και μέσα στη γενικότερη ανησυχία που επικρατούσε όλα αυτά τα χρονιά στην αγορά φαρμάκου για το τι πολιτική θα ακολουθηθεί το επόμενο διάστημα και μετα την covid εποχή στην σημερινή κυβέρνηση, έρχονται στο προσκήνιο τα Φάρμακα Υψηλού Κόστους και οι ελλείψεις φαρμάκων.
Τα φάρμακα υψηλού κόστους κατέχουν ετησίως ένα συγκεκριμένο «μπάτζετ» που κινείται από πάνω από ξεπερνά τα 900 εκατ. ευρώ.
Κύκλοι της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας θεωρούν ότι την ίδια ώρα που η συζήτηση εξαντλείται στον τρόπο με τον οποίο θα συνταγογραφούνται τα γενόσημα, τα εισαγόμενα Φάρμακα Υψηλού Κόστους εισέρχονται χωρίς φραγμούς και σαρώνουν τους σχετικούς προϋπολογισμούς με ιλιγγιώδη νούμερα απειλώντας σοβαρά τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος.
Από την άλλη ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ) έχει κατά καιρούς επισημάνει ότι τα Rebate και τα claw back που καταβάλουν οι εταιρείες με καινοτόμα και ακριβά φάρμακα (υποχρεωτικές εκπτώσεις και αυτόματες επιστροφές χρημάτων) είναι δυσβάσταχτα, ενώ δέχονται να ορισθούν νέα κριτήρια που θα καθορίζουν πιο φάρμακο θα πρέπει να ανήκει στη λίστα με τα φάρμακα υψηλού κόστους της λίστας 3816, όπως λέγεται.
Με πληροφορίες healthreport.gr