Εορτή του «Αξιον Εστί» της θαυματουργού εικόνας της Παναγίας σήμερα 11 Ιουνίου
Γράφει ο Θεολόγος και συγγραφέας Γιώργος Φουκαδάκης
Κυριακή 11 Ιουνίου 2023
«Τῆ αὐτῆ ἡμέρα ἡ Σύναξις τοῦ Άρχαγγέλου Γαβριήλ, ἐν τῶ Ἂδειν». Εορτή του Άξιον Εστί, των Αγίων Πάντων, Βαρθολομαίου και Βαρνάβα των αποστόλων, Αγίου Λουκά αρχιεπισκόπου Κριμαίας του ιατρού.
Εορτάζουμε σήμερα το γεγονός της παράδοσης από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ του ύμνου Άξιον Εστί προς την Θεοτόκο, στο κελί «εν τω Άδειν» της περιοχής των Καρυών του Αγίου Όρους.
«Ἂξιον ἐστίν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σέ τήν Θεοτόκον, τήν Ἀειμακάριστον καί Παναμώμητον, καί Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν». Ο ύμνος αυτός προστέθηκε στον υπάρχοντα: «Τήν Τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ καί ἐνδοξοτέραν ἀσυγκτίτως τῶν Σεραφείμ, τήν ἀδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκοῦσαν∙ τήν ὂντως Θεοτόκον σέ
μεγαλύνομεν».
Η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας Άξιον Εστί (Καρυώτισσα ή Πρωταΐτισσα) παραμένει στο περίφημο Πρωτάτο, το παλλάδιο του Αγίου Όρους στις Καρυές, στην καρδιά της Αθωνικής πρωτεύουσας, στο Ιερό βήμα του ναού της Κοίμησης της Θεοτόκου. Αποτελεί το επίκεντρο της αποδιδόμενης τιμής στην Κυρία Θεοτόκο από τους Αγιορείτες μοναχούς και τους προσκυνητές. Η εικόνα του Άξιον Εστί (δεξιοκρατούσα Θεοτόκος, με διαστάσεις 70,5Χ44 εκ.) ανήκει στον τύπο της Ελεούσας (όπως η Παναγία του Κύκκου στην Κύπρο, μία από τις τρεις εικόνες που αγιογράφησε ο Ευαγγελιστής Λουκάς και ευλόγησε η Θεοτόκος). Αγιογραφήθηκε πιθανότατα στην Κωνσταντινούπολη πριν το 982 μ.Χ. Το 1836 προστέθηκε το
αργυρό πουκάμισό της (96Χ67 εκ) που φιλοτεχνήθηκε στη Μονή Βατοπεδίου.
Ενώπιον της εικόνας, κάνοντας τρεις μετάνοιες και τον σταυρό τους οι Καθηγούμενοι των 20 μονών, στις 3 Οκτωβρίου 1913, υπέγραψαν το ψήφισμα της αιώνιας Ένωσης του Αγίου Όρους με τη Μητέρα Ελλάδα.
Η ιστορία του Άξιον Εστί
Στη Σκήτη του Πρωτάτου, κοντά στις Καρυές, σε τόπο της Ιεράς Μονής Παντοκράτορος, είναι ένας μεγάλος λάκκος ο οποίος έχει διάφορα Κελιά. Σε ένα από τα κελιά αυτά, το οποίο τιμάται στην Κοίμηση της Θεοτόκου, κατοικούσε ένας ενάρετος ιερομόναχος Γέροντας με έναν υποτακτικό. Σ’ αυτή τη Σκήτη, υπήρχε η συνήθεια να γίνεται αγρυπνία κάθε Κυριακή.
Την εσπέρα ενός Σαββάτου ο Γέροντας θέλησε να πάει στην αγρυπνία και λέγει στον υποτακτικό του:
“Τέκνο, εγώ, ως συνήθως, θα πάω στην αγρυπνία. Εσύ μείνε στο Κελί και όπως μπορείς διάβασε την ακολουθία σου”. Και έτσι έφυγε.
Αφού πέρασε η εσπέρα, κάποιος χτυπά την πόρτα του Κελιού. Ο μοναχός έσπευσε και την άνοιξε. Είδε ένα ξένο μοναχό, άγνωστο του, ο οποίος μπήκε μέσα στο Κελί και παρέμεινε όλη τη νύχτα. Κατά την ώρα του Όρθρου, είχαν σηκωθεί και έψαλλαν και οι δυο την ακολουθία. Όταν όμως έφτασαν στην «Τιμιωτέραν», ο μοναχός του Κελιού έψαλε μόνο την «Τιμιωτέρα των Χερουβείμ» έως το τέλος, τον συνηθισμένο δηλαδή παλαιό ύμνο του Αγίου Κοσμά του ποιητή.
Ο ξένος όμως εκείνος μοναχός, κάνοντας άλλη αρχή του ύμνου έψαλε ως εξής:
« Ἂξιον ἐστίν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σέ τήν Θεοτόκον, τήν Ἀειμακάριστον καί Παναμώμητον, καί Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν». Έπειτα πρόσθεσε και την «Τιμιωτέραν» έως το τέλος.
Ακούγοντας δε αυτά ο μοναχός του Κελιού θαύμασε και λέγει προς τον εμφανισθέντα ξένο: «Εμείς ψάλλουμε μόνο την ¨Τιμιωτέραν¨, το δε ¨Ἂξιον ἐστίν¨ ουδέποτε ακούσαμε, ούτε εμείς ούτε οι προηγούμενοι από εμάς. Αλλά σε παρακαλώ, κάνε αγάπη, και γράψε και σε μένα τον ύμνο αυτό για να τον ψάλλω και εγώ στη Θεοτόκο».
Αυτός δε αποκρίθηκε: «Φέρε μου μελάνι και χαρτί για να τον γράψω».
Ο μοναχός του Κελιού του λέγει: «Δεν έχω μελάνι και χαρτί για να τον γράψω».
Ο εμφανιζόμενος ξένος του είπε: «Φέρε μου μίαν πλάκα».
Ο υποτακτικός μοναχός, τρέχοντας, βρήκε πλάκα και του την έφερε. Λαμβάνοντάς την ο ξένος, έγραψε πάνω σε αυτή με το δάχτυλό του τον παραπάνω ύμνο το «Άξιον εστί». Και, ω του θαύματος! Τόσο βαθιά χαράχτηκαν τα γράμματα πάνω στη σκληρή πλάκα σαν να γράφτηκαν πάνω σε απαλότατο πηλό.
Έπειτα λέγει στον αδελφό:
«Από τη σήμερον και στο εξής, έτσι να ψάλλετε και εσείς και όλοι οι Ορθόδοξοι». Και αφού είπε αυτά έγινε άφαντος, γιατί ήταν Άγιος Άγγελος, απεσταλμένος από τον Θεό για να αποκαλύψει αυτό τον Αγγελικό ύμνο, τον πρέποντα στη Μητέρα του Θεού. Μάλλον δε ήταν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, όπως
ειπώθηκε πρωτύτερα.
Όταν επέστρεψε ο Γέροντας από την αγρυπνία και μπήκε στο Κελί, ο υποτακτικός του άρχισε να ψάλλει το “Άξιον εστί” καθώς ο Άγγελος του παράγγειλε. Και ακολούθως του δείχνει την αναφερόμενη πλάκα μετα χαραγμένα από τον Άγγελο γράμματα.
Ο Γέροντας του Κελιού ακούγοντας και βλέποντας αυτά έμεινε εκστατικός γι’ αυτό το θαύμα. Και λαμβάνοντας και οι δυο την αγγελοχαράκτη εκείνη πλάκα πήγαν στο Πρωτάτο δείχνοντάς την στον Πρώτο του Αγίου Όρους και στους άλλους Γέροντες της ιεράς σύναξης και τους διηγήθηκαν τα γενόμενα. Αφού δόξασαν ομοφώνως τον Θεό και την Κυρία μας Θεοτόκο για το παράδοξο αυτό, αμέσως απέστειλαν την πλάκα στην Κωνσταντινούπολη προς τον Πατριάρχη και τον Βασιλέα, σημειώνοντας
προς αυτούς σε γράμμα και όλη την υπόθεση του απίστευτου γεγονότος.
Από τότε και ύστερα ο αγγελικός αυτός ύμνος διαδόθηκε σε όλη την οικουμένη για να ψέλνεται στη Θεομήτορα από όλους τους Ορθοδόξους. Η αγία εικόνα της Θεοτόκου, η ευρισκομένη στην εκκλησία του Κελιού εκείνου στο οποίο έγινε αυτό το θαύμα, μεταφέρθηκε από τους πατέρες του Αγίου Όρους στην εκκλησία του Πρωτάτου και σε αυτή βρίσκεται έως σήμερα ενθρονισμένη επάνω στο ιερό σύνθρονο εντός του Αγίου Βήματος. Το Κελί εκείνο έλαβε την επωνυμία, «Άξιον εστί». Ο λάκος στον οποίο βρίσκεται το κελί ονομάζεται από όλους έως σήμερα «Άδειν», που σημαίνει ψάλλειν, για το ότι εψάλη για πρώτη φορά σε αυτό ο αγγελικός αυτός ύμνος.
Το ότι το θαύμα αυτό είναι πολύ παλαιό και ο Άγγελος που φάνηκε ήταν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ μαρτυρείται από όσα γράφονται στα τυπωμένα Μηναία κατά την 11η του μηνός Ιουνίου του 982 μ.Χ. («Τη αυτή ημέρα η Σύναξις του Αρχαγγέλου Γαβριήλ, εν τω Άδειν»).
Οι τότε πατέρες τελούσαν σύναξη και λειτουργία κάθε έτος στον λάκκο του Άδειν, εις μνήμη του θαύματος, τιμώντας και δοξάζοντας τον Αρχάγγελο Γαβριήλ, ο οποίος από την αρχή έως το τέλος στάλθηκε από τον Θεό, και είναι ο ένθεος υμνολόγος της Θεοτόκου. Υπηρέτησε στο να αποκαλύψει τον όντως Θεομητορικόν αυτόν ύμνο.
Παλαιότερα, ο Δεσπότης των όλων Θεός έδωσε τις Δέκα Εντολές στους Εβραίους, γραμμένες με το δικό του δάχτυλο πάνω σε δυο λίθινες πλάκες. Τώρα ο Άρχοντας των Αγγέλων του Θεού Γαβριήλ έδωσε σε όλους τους Ορθοδόξους τον πλέον γλυκύτερο και μουσικότερο ύμνο της Μητέρας του Θεού, γραμμένο σε λίθινη πλάκα με το αρχαγγελικό του δάχτυλο.
Ο ναός του Πρωτάτου ονομάζεται έτσι από το αξίωμα του Πρώτου (Πρωτεπιστάτης) και είναι ο αρχαιότερος ναός από όλα τα Καθολικά στο Άγιο Όρος.
Κτίστηκε στις Καρυές το πιθανότερο στο πρώτο μισό του 10ου αιώνα. Ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης Βασιλικής, με τετράγωνο σχήμα στην κάτοψη και με υπερυψωμένη τη μεσαία στέγη. Οι τοιχογραφίες του Πρωτάτου είναι έργο του περίφημου ζωγράφου Μανουήλ Πανσέληνου, του κυριότερου εκπροσώπου της
Μακεδονικής Σχολή Σχολής, στις αρχές του 14ου αιώνα. Το 1982, εορτάστηκε στο Πρωτάτο του Αγίου Όρους με επισημότητα από την Ιερά Κοινότητα η χιλιετηρίδα από τη θαυματουργική εμφάνιση του Αρχαγγέλου Γαβριήλ.
Η προφητεία του Αρχαγγέλου Γαβριήλ που είπε ότι θα ψάλλουν τον ύμνο αυτό όλοι οι Ορθόδοξοι, εκπληρώθηκε. Είναι πλέον πολύ γνωστός σε όλους τους Ορθοδόξους ο αγγελοσύνθετος αυτός ύμνος, προς δόξα της Θεοτόκου και ευλογία των πιστών.