Γιώργος Κοντοπόδης – « Ο Χαλεπάς, έζησε με την τέχνη του και την πίστη στο θεό»
Ο ηθοποιός Γιώργος Κοντοπόδης μιλά στο Greekaffair και τον δημοσιογράφο Κυριάκο Τσικορδάνο για την παράσταση «Κοιμώμενος Χαλεπάς – Ο Σαλός Άγιος», τη ζωή του Γιαννούλη Χαλεπά, την πίστη και την τέχνη.
Ποιος είναι ο Γιώργος Κοντοπόδης
Ο Γιώργος Κοντοπόδης είναι ηθοποιός, σκηνοθέτης, σκηνογράφος, ενδυματολόγος και συγγραφέας. Αποφοίτησε από την Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης «Ράμπα» το 2002 και από τη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών. Κατέχει Μεταπτυχιακό από το Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών με θέμα «Το Ελληνικό θέατρο από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα – θεωρία και παράσταση». Έχει παρακολουθήσει σεμινάρια με τη Νίκη Τριανταφυλλίδη και την Ασπασία Κράλη. Έχει συμμετάσχει σε πολλές θεατρικές παραστάσεις και τηλεοπτικές σειρές, ενώ είναι τακτικό μέλος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών.
Διαβάστε όλη τη συνέντευξη και ανακαλύψτε τη ζωή και την τέχνη του Χαλεπά μέσα από τα μάτια του ηθοποιού
Συνέντευξη
«Από την πρώτη σας παρουσίαση του Χαλεπά πριν τρία χρόνια μέχρι σήμερα, πώς έχει αλλάξει η προσέγγισή σας στον ρόλο; Υπήρξαν νέες πτυχές που ανακαλύψατε κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων;»
Για μένα, από τη στιγμή που ένας ρόλος σταματάει να εξελίσσεται και παύουμε να ανακαλύπτουμε νέες πτυχές, διακυμάνσεις, παύει να υφίσταται και ο ρόλος καθώς και η παράσταση, οπότε βάσει αυτού του τρόπου σκέψης, λειτουργώ. Όχι μόνο στα όσα χρόνια παίζεται ο κοιμώμενος Χαλεπάς, αλλά και με όποιο ρόλο καταπιάνομαι. Ως προς το συγκεκριμένο έργο, υπάρχουν λεπτές αποχρώσεις ή και πιο μεγάλες, οι οποίες μπορεί να αλλάξουν και κατά τη διάρκεια μίας παράστασης. Ένα ερέθισμα σε μια νέα σκηνή (καθώς το έργο έχει περιοδεύσει αρκετά και εκτός Αθηνών). Πρόκειται για ένα οργασμό, που δημιουργείται με το που ακούγεται το τρίτο κουδούνι.
«Πώς καταφέρνετε μια τέτοιου είδους παράσταση, όπως είναι ο “Κοιμώμενος Χαλεπάς – Ο Σαλός Άγιος”, να παραμένει ζωντανή και φρέσκια για το κοινό, καθώς φέτος ξεκινά η τέταρτη χρονιά της;»
Η παράσταση παίζεται για τέταρτη χρονιά αλλά, στο μυαλό μου, ξεκινάει κάθε μέρα, όταν ακούω τη μουσική έναρξης και ολοκληρώνεται με τη μουσική του φινάλε, για να ξαναξεκινήσει την επόμενη μέρα. Οπότε είναι ένας παλλόμενος οργασμός που απλά αποκοιμιέται τις ώρες που δεν παίζω και παραμένει ζωντανός, περιμένοντας το επόμενο τρίτο κουδούνι, όχι μόνο για το κοινό αλλά και για μένα. Κάθε μέρα, κάθε φορά.
«Έχετε παρατηρήσει αλλαγές στην αντίδραση του κοινού ανάμεσα στην πρώτη χρονιά και σήμερα; Αν ναι, ποιες είναι αυτές και πόσο έχουν επηρεάσει την ερμηνεία σας;»
Θα σας είμαι ειλικρινής λέγοντας, ότι δεν υπάρχει μία σταθερή αντίδραση του κοινού, αν εξαιρέσουμε την κλασική ερώτηση που υφίσταται από την πρώτη παράσταση, η οποία είναι πάρα πολύ αστεία ‘’πόσα κιλά χάνετε ανα παράσταση’’, λόγω του ιδρώτα που ρέει ακατάπαυστα. Οτιδήποτε άλλο έχω ακούσει και συνεχίζω να ακούω είναι, κάθε φορά, διαφορετικό και από όλα τα σχόλια, τόσο του κοινού όσο και των κριτικών, πάντα παίρνω κάτι. Αφουγκράζομαι τα πάντα και, έπειτα, επιλέγω τι θα κρατήσω για την επόμενη μέρα, για να γίνει ακόμα πιο αποδεκτή η δουλειά μας. Μην ξεχνάμε, ότι ο τελικός κριτής, αποδέκτης είναι, πάντα, το κοινό.
«Πώς η συνεχής ενασχόλησή σας με τον Χαλεπά όλα αυτά τα χρόνια έχει επηρεάσει την καλλιτεχνική σας πορεία και τη δική σας αντίληψη για το πώς να βλέπετε τον κόσμο και το περιβάλλον σας;»
Ο Γιαννούλης Χαλεπάς, ήταν ένας άνθρωπος που έζησε ‘’αγκαλιά’’, τολμώ να πω, με την τέχνη του και την πίστη σε αυτή. Την εποχή μας, τη δυσμενή για την τέχνη εποχή μας, πολλές φορές οι άνθρωποι που κάνουμε θέατρο ή ασχολούμαστε με οποιαδήποτε άλλη μορφή τέχνης, ξεχνάμε την ουσία των πραγμάτων και αναλωνόμαστε στα περιφερειακά, πράγμα το οποίο βιώνω και εγώ, καθώς δεν αποτελώ εξαίρεση. Ευτυχώς, λοιπόν, που υπάρχει αυτή η παράσταση, αυτό το έργο και η ζωή αυτού του ανθρώπου στην πραγματικότητά μου και μου θυμίζει, κάθε φορά, την πραγματική ουσία και την τύχη και ευτυχία, του να ασχολείσαι με αυτό που αγαπάς.
«Υπήρξε κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια των προηγούμενων παραστάσεων που νιώσατε ότι ανακαλύψατε κάποιο νέο στοιχείο για τον Γιαννούλη Χαλεπά, το οποίο δεν είχατε συνειδητοποιήσει στην αρχή;»
Τον Απρίλιο του 2025, είχαμε την ευτυχία να παίξουμε στη Κέρκυρα στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ και επ αφορμή αυτού, κατάφερα να επισκεφθώ το ψυχιατρείο της Κέρκυρας, στο οποίο είχε νοσηλευτεί ο Γιαννούλης Χαλεπάς, 14 χρόνια. Η ενέργεια, όσο και αν σας φαίνεται απίστευτο, που πήρα από αυτό το ίδρυμα έχοντας πλέον ζωντανά και την εικόνα του τεράστιου κυκλικού παρτεριού, στο οποίο περιφέρονταν οι τρόφιμοι κατά το προαυλισμό, πράγμα που αναπαρίσταται σε στιγμή της παράστασης, χωρίς να το καταλάβω μου έδωσε μία άλλη διάσταση του ψυχιατρείου, του κελιού, μέσα στο οποίο ξεκινάει η αφήγηση μας. Ήταν μία πολύ χρήσιμη επίσκεψη αυτή στο ψυχιατρείο της Κέρκυρας.
«Με την εμπειρία των τριών προηγούμενων χρόνων, ποια σκηνή της παράστασης σας δυσκόλεψε περισσότερο και γιατί;»
Δεν με δυσκολεύει καμία σκηνή του έργου περισσότερο από κάποια άλλη, καθώς, ξεκινώντας η παράσταση, έχω κατά νου, ότι για τα επόμενα 75 λεπτά πρέπει να είμαι, μία και μόνο λέξη. Παρών. Αυτό το κάνω από την πρώτη, πρώτη μέρα της παράστασης μέχρι και τώρα που μιλάμε και ελπίζω να συνεχίσω να το κάνω και αύριο. Όλες, λοιπόν, οι σκηνές, όλες οι στιγμές της παράστασης είναι εξίσου δύσκολες αλλά και εύκολες, έχοντας στο σώμα και το μυαλό μου αυτή τη λέξη που σας είπα. Παρών, όπως και στη ζωή μας.
«Μετά από τρεις χρονιές και οδεύοντας για την τέταρτη, τι νομίζετε ότι κρατά πλέον περισσότερο το κοινό από την παράσταση και ποια μηνύματα θέλετε να φτάσουν στους θεατές σήμερα;»
Μα νομίζω την πίστη στα ιδανικά, την ελπίδα, το ‘’ποτέ δεν είναι αργά’’, το ότι η ιστορία που αφηγούμαστε είναι αληθινή και ότι, πέρα από τον ηθοποιό που βλέπουμε στη σκηνή, υπήρξε ένας άνθρωπος που βίωσε όλα αυτά τα γεγονότα, είναι νομίζω αυτά που προσεγγίζουν και προσελκύουν τους θεατές.
«Η ζωή του Γιαννούλη Χαλεπά ήταν έντονα επηρεασμένη από τη σχέση του με τους γονείς του, ιδιαίτερα με τη μητέρα του. Πώς προσεγγίσατε αυτήν τη δυναμική στη σκηνή και ποιες πτυχές της σχέσης αυτής θεωρείτε καθοριστικές για τον χαρακτήρα και τη δημιουργικότητά του;»
Νομίζω ότι δεν υπάρχει άνθρωπος σε αυτό τον πλανήτη, ο οποίος θα πει ότι δεν επηρεάστηκε από τη σχέση με τους γονείς και δη με τη μητέρα του. Μην ξεχνάμε, ότι η μητέρα μας, μας δίνει ζωή και οι γονείς μας, μας διδάσκουν τους τρόπους με τους οποίους θα πορευτούμε στη ζωή μας. Από εκεί και πέρα είναι δική μας δουλειά, να τους εξελίξουμε και να τους πάμε παραπέρα. Η άσχημη σχέση που είχε ο Γιαννούλης Χαλεπάς με τη μητέρα του, η οποία φυσικά ξεκινούσε από τη βαθιά της αγάπη για αυτόν, όσο οξύμωρο και αν ακούγεται, είναι αυτό, το οποίο με ελκύει στις σκηνές που αναφέρονται στην οικογενειακή του ζωή. Το γεγονός, ως προς τον ίδιο τον Γιαννούλη Χαλεπά, ότι το θέμα της Μήδειας, είναι ένα θέμα στο οποίο ερχόταν ξανά και ξανά και ξανά, στη διάρκεια της καλλιτεχνικής του πορείας, θεωρώ, ότι μας δείχνει, ότι η σχέση του με τη μητέρα του ήταν άκρως καθοριστική για την εξέλιξη της ζωής του.

«Ο Χαλεπάς είχε έντονη πίστη στο Θεό. Πόσο πιστεύετε ότι η πίστη αυτή επηρέασε τη ζωή και το έργο του, και κατά πόσο τον βοήθησε να αντέξει τη μοναξιά, τον πόνο και τις δυσκολίες που αντιμετώπισε;»
Κατά τη δική μου άποψη, δεν υπάρχει άνθρωπος, ο οποίος να μην πιστεύει στο Θεό. Σε ένα δικό του Θεό. Είτε τον ονομάζει Θεό, είτε τον ονομάζει σύμπαν, είτε τον ονομάζει κάτι άλλο. Και είναι, επί της ουσίας, αυτή η βαθύτερη ανάγκη μας να πιστέψουμε σε κάτι ανώτερο από μας, σε κάποιον ανώτερο δημιουργό, να δώσουμε νόημα στην ύπαρξη μας, σε αυτή τη μικροσκοπική κουκίδα του απείρου, που ονομάζεται γη. Ίσως και για να αντέξουμε τη μοναξιά, τον πόνο, τις δυσκολίες όπως λέτε αλλά και κάποιον να ευχαριστήσουμε για τις επιτυχίες, της χαρές και ό,τι άλλο συνοδεύει την ύπαρξή μας και το ταξίδι που ονομάζουμε ‘’ζωή‘’.
«Υπάρχει κάποια εμπειρία ή ρόλος από άλλη παράσταση που σας έχει βοηθήσει ή σας έχει εμπνεύσει να προσεγγίσετε τον Χαλεπά με διαφορετικό τρόπο;»
Τον κάθε ρόλο που μου ανατίθεται ή τον κάθε ρόλο που αναλαμβάνω, προσπαθώ να τον προσεγγίσω, βάσει του τι μου δίνει το κείμενο, για το συγκεκριμένο χαρακτήρα. Εδώ, βέβαια, μιλάμε για ένα υπαρκτό πρόσωπο. Αυτή είναι η σημαντική διαφορά. Στο παρελθόν, έχω ξανά ασχοληθεί, πάλι με μονόλογο, με τη ζωή ενός κατά συρροή δολοφόνου του John Wane Gasy, αλλά εκεί, μιλούσαμε για μία εντελώς διαφορετική προσωπικότητα, το αντίθετο του Γιαννούλη Χαλεπά, που χαρακτηρίζεται ως άγιος. Αν θα έπρεπε να βρω κάποιο κοινό σημείο, θα ήταν η λέξη ‘’αλήθεια’’ και ‘’σεβασμός απέναντι στο πρόσωπο του οποίου τη ζωή αφηγούμαι’’.
«Κλείνοντας τη συζήτησή μας, τι θα θέλατε να κρατήσει μαζί του το κοινό μετά τη θεατρική εμπειρία της παράστασης και ποιο μήνυμα θεωρείτε πιο σημαντικό να φτάσει στους θεατές;»
Θα σας απαντήσω ως θεατής, που παρακολουθεί θεατρικές παραστάσεις και δεν θα σας πω κανένα νόημα, κανένα μήνυμα, που εγώ επιθυμώ να κρατήσει ο θεατής. Γιατί τότε, θα είναι σαν να καταδικάζω την παράσταση. Ο κάθε θεατής, ανάλογα τη στιγμή που παρακολουθεί την παράσταση, παίρνει το μήνυμα που εκείνος επιθυμεί και που έχει ανάγκη, εξ ού και πολλοί θεατές που έχουν παρακολουθήσει τη δουλειά μας πάνω από μία φορά, μας έχουν πει, ότι την κάθε φορά, παίρνουν διαφορετικά μηνύματα. Αυτό άλλωστε είναι και το νόημα του θεάτρου.
Συνέντευξη – Κυριάκος Τσικορδάνος

