«Η Μητέρα του Σκύλου»: Κριτική Παράστασης
Το greekaffair.gr παρακολούθησε την παράσταση «Η Μητέρα του Σκύλου» στο Θέατρο Ακροπόλ και σας μεταφέρει τις εντυπώσεις του μέσα από αυτήν την ανασκόπηση.
Η Υρώ Μανέ επιστρέφει στη σκηνή σε έναν συγκλονιστικό ρόλο, ενσαρκώνοντας τη Ραραού, την ηρωίδα του Παύλου Μάτεσι από το εμβληματικό μυθιστόρημα «Η Μητέρα του Σκύλου». Σε σκηνοθεσία του Κώστα Γάκη και με τη μουσική υπογραφή του Σταμάτη Κραουνάκη, η παράσταση αποτελεί ένα βαθιά συγκινητικό και ταυτόχρονα ανατρεπτικό θεατρικό ταξίδι.
Η Ραραού, ένα πρόσωπο τραυματισμένο από την ιστορία και τον προσωπικό της βίο, ξεδιπλώνει τη ζωή της με έναν λόγο άλλοτε ποιητικό, άλλοτε ωμά αληθινό, διατηρώντας πάντοτε μια λεπτή, ιδιόρρυθμη αίσθηση του χιούμορ. Η Υρώ Μανέ, με εξαιρετική ακρίβεια και συναισθηματικό βάθος, κινείται ανάμεσα στην τραγικότητα και την αφέλεια της ηρωίδας, δίνοντας έναν ερμηνευτικό ρεσιτάλ που καθηλώνει.
Η παράσταση διατηρεί την ουσία του βιβλίου: έναν κόσμο γεμάτο από φωνές, σκιές και μνήμες, όλα φιλτραρισμένα μέσα από την παραμορφωμένη αλλά απολύτως ανθρώπινη ματιά της Ραραού. Η φαντασία μπλέκεται με την πραγματικότητα, και η μικροϊστορία μιας ζωής γίνεται καθρέφτης της μεγάλης ιστορίας της Ελλάδας του 20ού αιώνα.
Με όχημα τη μουσική, τις λιτές αλλά εκφραστικές σκηνικές λύσεις και έναν λόγο που σπαράζει και γελά ταυτόχρονα, η παράσταση «Η Μητέρα του Σκύλου» μετατρέπεται σε μια σκηνική εξομολόγηση που συγκλονίζει. Το κοινό δεν παρακολουθεί απλώς μια παράσταση, αλλά συμμετέχει στη μνήμη, τον πόνο και την αναζήτηση μιας γυναίκας που παλεύει να φωτίσει το σκοτεινό της τραύμα.
Μια παράσταση που δεν αφήνει κανέναν αμέτοχο — γιατί, τελικά, η Ραραού είναι μέσα σε όλους μας.
Κριτική Παράστασης: «Η Μητέρα του Σκύλου» – Η Ραραού λάμπει στη σκηνή μέσα από το σκοτάδι της ιστορίας στο Θέατρο Ακροπόλ.
Η παράσταση «Η Μητέρα του Σκύλου» στο Θέατρο Ακροπόλ αποτελεί μια αξέχαστη θεατρική εμπειρία, συνδυάζοντας εξαιρετικές ερμηνείες, ένα συγκλονιστικό κείμενο και μια ατμόσφαιρα γεμάτη συναισθηματική ένταση.
Ο θίασος κινείται με μια έντονη χημεία και φυσικότητα, με την ένταση και τη ζωντάνια της εποχής να αντηχούν σε κάθε κίνηση και λέξη τους. Οι ηθοποιοί δεν παραμένουν περιορισμένοι σε ένα αυστηρό πλαίσιο, αλλά αντιθέτως, φαίνεται πως αναπτύσσουν μια δυναμική σχέση με την ιστορία, αναπνέοντας τον ίδιο αέρα με τους χαρακτήρες που υποδύονται. Όπως ένα μπουλούκι που ταξιδεύει αδιάκοπα, έτσι και αυτοί παρασύρουν το κοινό σε μια αδιάκοπη ροή συναισθημάτων, εντάσεων και ανατροπών, φέρνοντας ζωή στη σκηνή με κάθε τους εμφάνιση.
Το «μπουλούκι» που δημιουργείται επί σκηνής αποτελεί μια ζωντανή αναπαράσταση της εποχής που ζούσε η πρωταγωνίστρια, της κοινωνίας που περνούσε από δυσκολίες και αντιφάσεις, αλλά και των ανθρώπων που, παρ’ όλες τις αντιφάσεις τους, έπαιρναν τη ζωή στα χέρια τους και διεκδικούσαν το μέλλον τους. Η παράσταση, μέσα από τον θίασο, μας τοποθετεί σε αυτήν την κοινωνία, μας προσφέρει την αίσθηση ότι είμαστε εκεί, ζώντας μαζί τους, με την ίδια ένταση και την ίδια ανάγκη να εκφραστούν και να επιβιώσουν.
Έτσι, ο θίασος, με την αυθεντικότητα και τη φυσικότητά του, δεν περιορίζεται απλώς στο να υποστηρίξει την παράσταση, αλλά να γίνει το ίδιο το όχημα για την αφήγηση της ιστορίας – ένα «μπουλούκι» που έρχεται από το παρελθόν, ζωντανεύει μπροστά μας και μας μεταφέρει σε μια εποχή γεμάτη από αγωνίες, όνειρα και ελπίδες.
Ο θεατής δεν είναι ποτέ σίγουρος αν παρακολουθεί την αληθινή ιστορία της πρωταγωνίστριας ή αν είναι μπλεγμένος σε έναν κόσμο που εκείνη έχει στήσει από τη φαντασία της. Οι αναμνήσεις της, είτε γλυκές είτε πικρές, ενώ ζωντανεύουν μέσα από τις αφηγήσεις της, φαίνεται να αμφισβητούν η μία την άλλη. Η πραγματικότητα της ζωής της, με τις συγκρούσεις και τις απογοητεύσεις της, μπλέκεται συνεχώς με εικόνες και στιγμές που δεν υπήρξαν ποτέ, αλλά που η ίδια έχει δημιουργήσει για να δώσει νόημα σε όσα πέρασε, σε όσα έχασε ή σε όσα ποτέ δεν απέκτησε.
Κάθε σκηνή είναι σαν ένα παζλ που χτίζεται με κομμάτια από την πραγματικότητα και τη φαντασία, με την πρωταγωνίστρια να αναλαμβάνει τον ρόλο του αφηγητή και του ηθοποιού ταυτόχρονα. Αντιφάσεις και ανασφάλειες αναδύονται μέσα από κάθε της κίνηση, μέσα από κάθε της λέξη, κάνοντάς μας να αναρωτιόμαστε αν το βλέμμα που απευθύνει στο κοινό είναι αυτό της αλήθειας ή αν κρύβει μια άλλη, πιο προσωπική εκδοχή των γεγονότων.
Αυτό το συνονθύλευμα από αναμνήσεις και φαντασιακές αφηγήσεις δημιουργεί μια αίσθηση αποπροσανατολισμού και έντασης, που μεταφέρεται στο κοινό. Δεν είναι απλώς η ιστορία ενός ατόμου, αλλά η ιστορία ενός ανθρώπου που παλεύει με το παρελθόν του και το πώς αυτό το παρελθόν έχει διαμορφώσει την ταυτότητά του. Τι είναι αλήθεια και τι δεν είναι; Πόσο μπορούμε να εμπιστευτούμε τις δικές μας μνήμες; Αυτά τα ερωτήματα αναδύονται σε κάθε στιγμή της παράστασης, εντείνοντας την αίσθηση του αβέβαιου και του ασταθούς.
Το πιο ενδιαφέρον, όμως, είναι η ταυτόχρονη παρουσίαση του «ρόλου» που αναλαμβάνει η πρωταγωνίστρια στη ζωή της. Δεν είναι μόνο η γυναίκα που ζει τις δικές της αναμνήσεις, αλλά και εκείνη που έχει μάθει να φορά μάσκες, να υποδύεται ρόλους και να δημιουργεί ιστορίες για να εξηγήσει τον εαυτό της και τη θέση της στον κόσμο. Και αυτές οι ιστορίες, συχνά, διασταυρώνονται με την πραγματικότητα, μπερδεύοντας τον θεατή και κάνοντάς τον να αμφισβητεί το τι είναι πραγματικό και τι όχι.
Αυτή η διαρκής μετάβαση από την αλήθεια στη φαντασία, από τη ζωή στον ρόλο, είναι που δίνει στην παράσταση την ένταση και την πολυπλοκότητα της. Ο θεατής παρασύρεται σε έναν κόσμο όπου η αλήθεια δεν είναι πάντα ξεκάθαρη και όπου οι χαρακτήρες αναγκάζονται να επιβιώσουν μέσα από τις αναμνήσεις τους, τις φαντασιώσεις τους και τις αφηγήσεις τους. Και κάπου εκεί, μέσα στην αναταραχή των σκηνών, ξεπηδάει η πραγματική ανθρώπινη διάσταση: οι άνθρωποι είναι τόσο περίπλοκοι, τόσο γεμάτοι αντιφάσεις και όνειρα, που συχνά δεν μπορούν να ξεχωρίσουν την αλήθεια από τη φαντασία τους.
Ραραού… πρωταγωνίστρια σε έναν ρόλο που έγραψε η ίδια
Η Ραραού είναι μια γυναίκα που πιστεύει ακράδαντα πως είναι η πρωταγωνίστρια του θιάσου, αλλά στην πραγματικότητα, η θέση της είναι αυτή της κομπάρσου. Φυσικά είναι η πρωταγωνίστρια της ζωής της. Μια γυναίκα που, αντί να ακολουθήσει τους άλλους ή να αφήσει τη ζωή να την καθορίσει, αναλαμβάνει την ατομική ευθύνη να χτίσει έναν κόσμο που της ανήκει εξ ολοκλήρου. Επιδιώκει να γίνει η ηρωίδα, να είναι εκείνη που δίνει το νόημα στη ζωή της, έστω κι αν η πραγματικότητα δεν συμφωνεί μαζί της και την απογοητεύει σε κάθε στροφή.
Δεν είναι απλώς μια γυναίκα που ζει με τη φαντασία της, αλλά μια γυναίκα που επιλέγει να ζήσει τον δικό της μύθο, να πλάσει ένα σύμπαν γύρω της, όπως ακριβώς έκανε και ο ζωγράφος Θεόφιλος Χατζημιχαήλ. Κι εκείνος μέσα από τις ζωγραφιές του δημιουργούσε έναν κόσμο οικείο και φιλόξενο για τον ίδιο, δημιουργώντας ένα σύμπαν σύμφωνα με τους δικούς του κανόνες και τις δικές του επιθυμίες.
Δημιούργησε τη δική της εκδοχή της ζωής. Η αλήθεια της δεν έχει καμία σχέση με την αντικειμενική πραγματικότητα που την περιβάλλει, γιατί εκείνη την βλέπει μέσα από το προσωπικό της φίλτρο, που είναι γεμάτο από τα όνειρα, τις ελπίδες και τις προσδοκίες που την κάνουν να αισθάνεται ασφαλής. Η ζωή της μπορεί να είναι γεμάτη από απογοητεύσεις και δύσκολες στιγμές, αλλά η Ραραού αποφασίζει να τις αναπλαισιώσει, να τις δει διαφορετικά, να τις αποδεχτεί ως αναγκαία κομμάτια του κόσμου που εκείνη φτιάχνει γύρω της. Σε αυτήν τη φανταστική πραγματικότητα, η ίδια είναι η πρωταγωνίστρια, η ηρωίδα που περνά μέσα από τις δυσκολίες και τις αντιφάσεις του κόσμου με έναν τρόπο που της επιτρέπει να αντλεί δύναμη.
Το πιο ενδιαφέρον είναι πως αυτή η «ευτυχία» της Ραραού, αυτός ο κόσμος που δημιούργησε για να προστατευτεί, δεν είναι πάντα ένας κόσμος χαρούμενος ή φωτεινός. Στην πραγματικότητα, αυτός ο φανταστικός κόσμος είναι γεμάτος από σκοτεινές γωνιές, από αντιφάσεις και από μια βαθιά νοσταλγία για όσα δεν έγιναν ποτέ. Όμως, για τη Ραραού, αυτός είναι ο μόνος τρόπος να συνεχίσει να υπάρχει, να προσπαθήσει να βρει την ισορροπία της σε έναν κόσμο που δεν της παρέχει τις απαντήσεις που ψάχνει.
Αυτό το προσωπικό σύμπαν, η φανταστική της πραγματικότητα, αποτυπώνεται στην παράσταση με έναν τρόπο που την κάνει να δείχνει τόσο αληθινή και τόσο ψεύτικη ταυτόχρονα. Ο θεατής βρίσκεται μπροστά σε μια υποκειμενική ιστορία, μια αφήγηση που δεν έχει καμία πρόθεση να είναι αντικειμενική ή ακριβής, αλλά αντιθέτως να αναδείξει την προσωπική της αλήθεια, που ξετυλίγεται μπροστά μας με κάθε λέξη και κάθε κίνηση. Η δική της ιστορία είναι μια καθαρά υποκειμενική αφήγηση, όπου η φαντασία και η πραγματικότητα μπλέκονται σε έναν χορό που ποτέ δεν ολοκληρώνεται.
Και αυτή η υποκειμενικότητα της ιστορίας είναι που την καθιστά τόσο ισχυρή και τόσο ανθρώπινη. Κάθε άτομο έχει τη δική του προσωπική αλήθεια, τη δική του εκδοχή του κόσμου και της ζωής του, και η Ραραού δεν είναι παρά μια άλλη εκδοχή αυτού του ταξιδιού, που μας καλεί να αναλογιστούμε τη δική μας θέση στον κόσμο. Μας προκαλεί να αναρωτηθούμε πώς η δική μας αλήθεια επηρεάζει το πώς βλέπουμε τον κόσμο και πώς, τελικά, επιλέγουμε να τον ζήσουμε.
Στο τέλος, η Ραραού δεν μας δίνει απαντήσεις. Μας αφήνει με την ερώτηση: πώς μπορούμε να διαχωρίσουμε τη ζωή από τους ρόλους που επιλέγουμε να παίξουμε; Είμαστε, τελικά, πρωταγωνιστές ή κομπάρσοι στην ιστορία που ζούμε; Το κοινό θα παραμείνει με τη γεύση του αβέβαιου, το οποίο ενσωματώνει την ίδια την ανθρώπινη φύση – ένα συνονθύλευμα από αναμνήσεις, φαντασίες και αλήθειες, που συνυπάρχουν σε έναν κόσμο που, όσο κι αν προσπαθούμε, ποτέ δεν καταφέρνουμε να ελέγξουμε πλήρως.
Κακούρης… η φωνή της σιωπηλής αλήθειας
Ο Λεωνίδας Κακούρης πάνω στη σκηνή είναι η ζωντανή απόδειξη ότι το λιτό μπορεί να είναι και το πιο εκφραστικό. Με την αυστηρότητα που χαρακτηρίζει τον χαρακτήρα του, καταφέρνει να δώσει βάθος και υπόσταση στην παράσταση, με το πιο απλό και καθαρό τρόπο. Ο λόγος του, χωρίς υπερβολές, έχει μια μοναδική δύναμη.
Ένας ρόλος αναγκαίος, σχεδόν θεμελιώδης για την ανατροπή και τη βαθύτερη κατανόηση του χαρακτήρα της ηρωίδας. Δεν αναλαμβάνει να είναι ο «ήρωας» ή να βάλει τη δική του ιστορία στο προσκήνιο, αλλά λειτουργεί σαν ένας καθρέφτης που φωτίζει την ηρωίδα. Εκείνος είναι το σταθερό σημείο αναφοράς μέσα στο συναισθηματικό θρόισμα γύρω της. Αν η Ραραού είναι η άγρια φύση που πάντα αναζητά τη θέση της, εκείνος είναι ο γαλήνιος, ίσως λίγο σφιχτός άνθρωπος που της θυμίζει ότι η πραγματικότητα είναι πιο δύσκολη από την φαντασία της.
Αυτή η αντίθεση – εκείνος ο ρεαλιστής και αυστηρός, εκείνη η γυναίκα που φτιάχνει κόσμους – δημιουργεί μια ενδιαφέρουσα δυναμική. Εκείνος δεν παίρνει από την ηρωίδα την ελευθερία να φτιάχνει τα όνειρά της, αλλά την προσγειώνει στην πραγματικότητα με τη σοβαρότητα και τον τρόπο που ερμηνεύει την αλήθεια του κόσμου γύρω τους. Δεν είναι ο χαρακτήρας που αποδέχεται αδιαμαρτύρητα το σύμπαν που δημιουργεί η ηρωίδα, αλλά εκείνος που της δείχνει πώς αυτή η πραγματικότητα μπορεί να γίνει πιο ανθεκτική και πιο ειλικρινής.
Με τον τρόπο του, ο Κακούρης είναι σαν να προσφέρει στον θεατή μια πιο καθαρή και νηφάλια άποψη για τον κόσμο που η ηρωίδα έχει επιλέξει να ζει. Ο λόγος του, που δεν είναι γεμάτος συναισθηματισμούς, έχει μια περίεργη γοητεία, μια γαλήνη που, ενώ είναι εξωτερικά αυστηρή, στην πραγματικότητα φωτίζει την ευθραυστότητα και την ανασφάλεια της ηρωίδας. Ο λόγος του δεν είναι επιθετικός, αλλά μετρημένος, ακριβής, και δείχνει μια έλλειψη διάθεσης να εξωραΐσει την πραγματικότητα, ενώ την ίδια στιγμή αποδέχεται τα όρια της.
Ο ρόλος του λειτουργεί σχεδόν σαν η «φωνή της λογικής» μέσα στην παράσταση, την ίδια στιγμή που τα πάντα γύρω από την ηρωίδα είναι γεμάτα από φαντασία και αυταπάτες. Παρόλα αυτά, δεν είναι ψυχρός ή αδιάφορος. Η αυστηρότητά του δεν γίνεται εμπόδιο στην ανθρώπινη επαφή, και η συγκρότησή του κάνει την προσωπικότητα της ηρωίδας να φαίνεται πιο αληθινή, πιο ζωντανή. Χωρίς αυτόν τον ρόλο, η ηρωίδα ίσως να φαινόταν υπερβολικά κατασκευασμένη ή αποκομμένη από την πραγματικότητα. Εκείνος, με τη δική του σιωπηρή επιμονή, την φέρνει πιο κοντά σε αυτό που είναι, και μας θυμίζει πως η αλήθεια είναι πάντα πιο περίπλοκη από την όμορφη, στρογγυλεμένη εκδοχή που δημιουργούμε για τον εαυτό μας.
Υρώ Μανέ… η ηρωίδα πίσω από την ηρωίδα
Η Υρώ Μανέ, στην ερμηνεία της, καταφέρνει να ισορροπήσει με μοναδικό τρόπο ανάμεσα στην ένταση και τη συγκράτηση, αποδίδοντας τον ρόλο της γυναίκας με την οποία ταυτίζεται πλήρως. Είναι σαν να κρατάει τα συναισθήματα της ηρωίδας μέσα της, έτοιμη να τα αφήσει να ξεχυθούν στην κατάλληλη στιγμή, αλλά πάντα με την απαραίτητη δόση εσωτερικής έντασης. Αυτή η ικανότητα να ελέγχει τις εκρήξεις συναισθημάτων, χωρίς να τα καταπνίγει, αλλά να τα ελευθερώνει μόνο όταν είναι πραγματικά αναγκαίο, είναι μια από τις πιο ισχυρές της δεξιότητες ως ηθοποιός. Καθώς η ιστορία της γυναίκας αυτής ξετυλίγεται, η Υρώ Μανέ επιτρέπει στον εαυτό της να δείξει όλη τη γκάμα των συναισθημάτων που τη διαπερνούν: από τις στιγμές της σιωπηλής θλίψης μέχρι τις εκρήξεις της έντασης, από την απελπισία μέχρι την αναλαμπή ελπίδας.
Αυτός ο εσωτερικός αγώνας που καταφέρνει να φέρει στην επιφάνεια είναι κάτι που καθορίζει την ερμηνεία της. Χωρίς να υπερβάλλει, χωρίς να επιτρέπει στην υποκειμενικότητα της ηρωίδας να μετατραπεί σε κάτι ακραίο ή υπερβολικό, η Υρώ Μανέ φέρνει στην επιφάνεια τη βαθιά ανθρώπινη διάσταση της ηρωίδας της. Δεν προσπαθεί να είναι απλώς μια χαρακτήρας που αναπαράγει λέξεις ή ενέργειες, αλλά καταφέρνει να αναδεικνύει τη σφοδρότητα των εσωτερικών συγκρούσεων που περνά αυτή η γυναίκα. Συναισθήματα, σκέψεις, αλήθειες και ψέματα όλα εναλλάσσονται, μπλέκονται, χωρίς ποτέ να είναι ξεκάθαρο που αρχίζει το ένα και που τελειώνει το άλλο. Αυτή η σύνθεση της πραγματικότητας με τη φαντασία είναι εκείνη που καθιστά την ερμηνεία της τόσο αυθεντική και ζωντανή.
Φωτεινή Δεμίρη… εκεί που η σιωπή γίνεται λόγος
Η Φωτεινή Δεμίρη αποδεικνύει για ακόμη μία φορά γιατί είναι μία από τις πιο αγαπημένες και καταξιωμένες ηθοποιούς. Η ερμηνεία της είναι αψεγάδιαστη, με τον ίδιο φυσικό, αβίαστο τρόπο που πάντα καταφέρνει να προσφέρει στους ρόλους της. Η δυναμική της παρουσία πάνω στη σκηνή είναι τόσο φυσική και οργανική που μοιάζει να ενσωματώνεται απόλυτα στο έργο, ενώ η σιωπή και οι μικρές της εκφράσεις είναι εξίσου εκφραστικές όσο και οι πιο μεγάλες σκηνές της. Η προσφορά της στην παράσταση είναι ανεκτίμητη, καθώς κάθε της κίνηση, κάθε λέξη, φέρει το βάρος της ερμηνείας και προσθέτει βάθος στην εξέλιξη της ιστορίας. Η παρουσία της συμπληρώνει και ενισχύει την υπόθεση με έναν τρόπο που δείχνει τη δεξιοτεχνία της και τη βαθιά κατανόηση του ρόλου που υποδύεται.
«Η Μητέρα του Σκύλου» … όταν η απλότητα γίνεται συγκίνηση
Η συμβολή όλου του θιάσου είναι πράγματι εξαιρετική και καθοριστική για την επιτυχία του έργου. Κάθε ηθοποιός, με τη δική του υποκριτική ιδιαιτερότητα, συμπληρώνει και ενδυναμώνει το σύνολο.
Η σκηνοθεσία του Κώστα Γάκη προσθέτει μια αφαιρετική προσέγγιση, επιτρέποντας στην υποκριτική να αναδειχθεί στο μέγιστο. Η σκηνική παρουσία είναι λιτή αλλά δυναμική, δημιουργώντας έναν χώρο όπου η φαντασία του κοινού μπορεί να περιπλανηθεί ελεύθερα.
Η μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη ενισχύει την ατμόσφαιρα, προσθέτοντας βάθος και συναισθηματική ένταση στην παράσταση. Οι φωτισμοί, σε συνδυασμό με τα σκηνικά, δημιουργούν μια ατμόσφαιρα που καθηλώνει, προσφέροντας μια ολοκληρωμένη αισθητική εμπειρία.
Συνολικά, η παράσταση «Η Μητέρα του Σκύλου» είναι ένα θεατρικό αριστούργημα που συνδυάζει εξαιρετικές ερμηνείες, μια συγκλονιστική ιστορία και μια ατμόσφαιρα γεμάτη συναισθηματική ένταση. Αποτελεί μια εμπειρία που αξίζει να ζήσει κάθε θεατρόφιλος.
Αυτή η κριτική στοχεύει να προβάλει τις κεντρικές αρετές της παράστασης και να ενθαρρύνει τους αναγνώστες να βιώσουν την εμπειρία από κοντά καθώς και να δείξει τις αδυναμίες αυτής.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Η Μητέρα του Σκύλου, του Παύλου Μάτεσι
Διασκευή: Υρώ Μανέ – Κατερίνα Γιαννάκου
Σκηνοθεσία: Κώστας Γάκης
Μουσική – τραγούδια: Σταμάτης Κραουνάκης
Σκηνικά: Άση Δημητρολοπούλου
Κοστούμια: Χαρά Τσουβαλά
Επιμέλεια κίνησης – χορογραφίες: Φαίδρα Νταϊόγλου
Φωτισμοί: Περικλής Μαθιέλλης
Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή
Video promo – Αφίσα: Θωμάς Παλυβός
Βοηθός σκηνοθέτη: Νατάσα – Φαίη Κοσμίδου
Βοηθός σκηνογράφου: Χριστίνα Οικονόμου
Βοηθός ενδυματολόγου: Εύα Κουρελιά
Τη Ραραού ερμηνεύει η Υρώ Μανέ
Πρωταγωνιστούν:
Λεωνίδας Κακούρης, Σπύρος Μπιμπίλας, Φωτεινή Ντεμίρη, Νίκος Ορφανός, Κωνσταντίνος Αρνόκουρος, Γιάννης Βασιλώτος, Νικόλ Δημητρακοπούλου, Ειρήνη Θεοδωράκη, Στεφανία Καλομοίρη, Νατάσα – Φαίη Κοσμίδου, Σύνθια Μπατσή, Γιώργης Παρταλίδης
Μουσικοί επί σκηνής: Δημήτρης Κίκλης, Γρηγόρης Λάζογλου, Γιάννης Αλαγιάννης
Προβολή – Επικοινωνία: Μαρκέλλα Καζαμία
Διαδικτυακή επικοινωνία: Κωνσταντίνος Ζουρνάς | Digital.gr
Καλλιτεχνική επιμέλεια: Υρώ Μανέ
Οργάνωση παραγωγής: Αγνή Μοίρα, Χρυσαντίνα Κούλουμπου, Χαρά Μητσοπούλου
Οργάνωση γραφείου παραγωγής: Ελένη Λίλη, Βικτώρια Λίλη, Χαρούλα Λίλη
Παραγωγή: Arise Entertainment & More – ARTINFO