«Sweeney Todd, ο δαιμόνιος κουρέας της Fleet Street»: Το μιούζικαλ του θρυλικού Stephen Sondheim έρχεται για 8 παραστάσεις στο Θέατρο Ολύμπια!
Ένα ανατρεπτικό μιούζικαλ στο Θέατρο Ολύμπια!
To μουσικό θρίλερ «Sweeney Todd: Ο Δαιμόνιος Κουρέας της Fleet Street», σε μουσική και στίχους του θρύλου του αμερικανικού μουσικού θεάτρου, Stephen Sondheim και κείμενο του Hugh Wheeler έρχεται από τις 17 έως τις 27 Ιανουαρίου 2025 στο Ολύμπια, Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας», σε σκηνοθεσία και μουσική διεύθυνση του Γιώργου Πέτρου, σκηνικά του Πάρι Μέξη, κοστούμια της Γιωργίνα Γερμανού και φωτισμούς της Στέλλας Κάλτσου.
Το ανατρεπτικό μιούζικαλ που λάτρεψε το αθηναϊκό κοινό στο πρώτο ανέβασμα του στο Ηρώδειο το 2017 καθώς και στις sold out παραστάσεις που ακολούθησαν στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, επιστρέφει στην καρδιάς της πόλης, στο Ολύμπια – Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας», με ένα επιτελείο εξαίρετων λυρικών και εξειδικευμένων τραγουδιστών. Στον επώνυμο ρόλο ο βαρύτονος Χάρης Ανδριανός, ενώ στο ρόλο της συνεργού του, κας Λάβετ, η πρωταγωνίστρια στο χώρο του μιούζικαλ, Σία Κοσκινά. Συμμετέχουν η Συμφωνική Ορχήστρα και η Χορωδία του Δήμου Αθηναίων.
Πρόκειται για ένα ένα λυρικό θρίλερ με στοιχεία μαύρης κωμωδίας που εκτυλίσσεται στο βικτωριανό Λονδίνο. Ο Μπέντζαμιν Μπάρκερ, ένας φιλήσυχος οικογενειάρχης, οδηγείται στις φυλακές της Αυστραλίας, επειδή εναντιώθηκε στις ανήθικες προθέσεις του δικαστή Τέρπιν απέναντι στη σύζυγό του. Ο σπόρος της εκδίκησης φωλιάζει στην καρδιά του Μπάρκερ, ο οποίος θα επιστρέψει δεκαέξι χρόνια μετά την καταδίκη του στο Λονδίνο ως ο δαιμόνιος κουρέας Sweeney Todd και με το ξυράφι του θα ξεδιψάσει την εκδικητική του μανία, έχοντας για βοηθό του την εξίσου πανούργα κυρία Λάβετ. Ο αστικός μύθος του Σουήνη Τοντ θα ταξιδέψει από το Λονδίνο του 19ου αιώνα στην Αμερική των αρχών του ’70 και από τη θεατρική σκηνή του Μπρόντγουεϊ και το μιούζικαλ του Σόντχαϊμ (1979) στην κινηματογραφική μεταφορά του Τιμ Μπάρτον.
Ταυτότητα παράστασης
Σκηνοθεσία: Γιώργος Πέτρου | Μουσική διεύθυνση: Γιώργος Πέτρου (17, 19, 22, 24/1) / Νίκος Λαάρης (18, 25, 26, 27/1) | Σκηνικά: Πάρις Μέξης | Διδασκαλία Χορωδίας: Σταύρος Μπερής | Κοστούμια: Γιωργίνα Γερμανού | Χορογραφία: Ζωή Χατζηαντωνίου | Σχεδιασμός φωτισμών: Στέλλα Κάλτσου | Βοηθός σκηνοθέτης: Κωνσταντίνα Ψωμά | Μουσική προετοιμασία: Βασίλης Αλεβίζος
Διανομή
Σουίνι Τοντ: Χάρης Ανδριανός | Κυρία Λάβετ: Σία Κοσκινά |Τζοάννα: Μυρσίνη Μαργαρίτη | Τομπίας: Γιάννης Φίλιας |Αντόλφο Πιρέλλι: Αντώνης Κορωναίος | Επίτροπος Μπάμφορντ: Δημήτρης Ναλμπάντης | Ζητιάνα: Βάσια Ζαχαροπούλου | Δικαστής Τέρπιν: Γιάννης Σελητσανιώτης | Άντονι: Μπάμπης Βελισσάριος.
Ο Γιώργος Πέτρου, σκηνοθέτης και μουσικός διευθυντής της παράστασης, γράφει σχετικά:
«Aπό τη στιγμή που ακούστηκαν οι πρώτες ανατριχιαστικές συγχορδίες από το Πρελούδιο του “Sweeney Todd”, την 1η Μαρτίου του 1979 στο Uris Theater, δύο πράγματα έγιναν αμέσως σαφή:
α) Ότι πρόκειται για ένα έργο που παρόμοιό του δεν είχε γνωρίσει ως τότε το Broadway και
β) Ότι η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο ελαφρύ αμερικανικό μουσικό θέατρο και στην όπερα φάνηκε εξαιρετικά λεπτή. Μετά από την πρεμιέρα του έργου, ο διευθυντής της Metropolitan Opera δήλωνε μετανιωμένος που δεν έγινε το πρώτο ανέβασμα στη ΜΕΤ.
Το «Sweeney Todd» είναι ένα έργο σκοτεινό και φωτεινό μαζί. Ένα έργο στο οποίο η συνύπαρξη του τραγικού και του κωμικού γίνεται με τον πιο ευφυή τρόπο, ενώ οι έννοιες του μίσους και της εκδίκησης παίζουν κρυφτό με την πατρική αγάπη, τον έρωτα και το τυφλό πάθος. Για πολλούς, ένα έργο που μιλάει για την εμμονή.
Για άλλους, μια πολιτική αλληγορία για την αιώνια πάλη των τάξεων. Πάνω από όλα όμως, ένα μουσικοδραματικό έργο με αριστοτεχνική σύλληψη, με χαρακτήρες ειλικρινείς και ολοκληρωμένους. Με μια μουσική μεγαλειώδη και μια παρτιτούρα επικών διαστάσεων και απαιτήσεων. Με τον μουσικό σπόρο του γνωστού μεσαιωνικού ύμνου «Dies Irae» (Mozart: Requiem, Lizst: Totentanz, Mahler: Συμφωνία αρ. 2, Berlioz: Symphonie Fantastique) να επανέρχεται εμμονικά, θυμίζοντας μας ότι ο θάνατος είναι η μοίρα όλων των ανθρώπων.
Με το τέχνασμα των βαγκνερικών leitmotiv (μικρές μουσικές μνήμες) να συνδέουν πρόσωπα και καταστάσεις. Με το στοιχείο της τονικότητας συχνά να χάνεται μέσα σε ένα μυστηριακό ηχητικό περιβάλλον, θυμίζοντας κάτι από Ravel, Prokofiev ή κάτι από τις μουσικές του Bernard Hermann για τις ταινίες του Alfred Hitchcock.
Με φωνητικά μέρη γραμμένα σε ακραίες περιοχές, χωρίς διακοσμητικά στοιχεία, αλλά με μοναδικό σκοπό την ξεκάθαρη μουσική αφήγηση. Με μέρη συνόλων των οποίων τη μουσική δραματουργία θα ζήλευε και ο ίδιος ο Mozart. Με μια πλούσια και ευφάνταστη συμφωνική ενορχήστρωση από τον μάγο του είδους Jonathan Tunick.»