Συνέντευξη με τη Μαίρη Βιδάλη «Το θέατρο είναι ψυχή και τεχνική μαζί»
Η ηθοποιός και Αντιπεριφερειάρχης Πολιτισμού της Περιφέρειας Αττικής Μαίρη Βιδάλη μίλησε στο greekaffair και στον δημοσιογράφο Κυριάκο Τσικορδάνο με αφορμή τον ρόλο τής Μπουμπουλίνας στη θεατρική παράσταση «Αθάνατες».
Κ.Τ. Κυρία Βιδάλη χαίρομαι που σαν ξανασυναντώ εδώ στο greekaffair, μετά από 3 χρόνια από την τελευταία μας συνέντευξη.
Μ.Β. Εγώ ευχαριστώ πολύ για την φιλοξενία σας!
Κ.Τ. Δεν γνωρίζω πώς τα καταφέρνετε αλλά έχω διαπιστώσει ότι την ώρα που πρωταγωνιστείτε επάνω στη σκηνή με έναν ιδιαίτερο τρόπο αγγίζετε τις ψυχές και το συναίσθημα του θεατή που σας παρακολουθεί. Αλήθεια πώς το καταφέρνετε αυτό;
Μ.Β. Και μόνο που διαλέγει κάποιος να γίνει ηθοποιός αυτό είναι το ζητούμενό του! Τώρα εάν το καταφέρνουμε, άλλοι λίγο, άλλοι πολύ αυτό λέγεται ταλέντο αλλά εγώ το λέω άνοιγμα ψυχής, το λέω εκπαίδευση γιατί στο θέατρο είσαι διά βίου μαθητής. Και όσο πιο πολύ δουλεύεις τα εκφραστικά σου μέσα, τόσο πιο πολύ το καταλαβαίνει ο κόσμος . Χωρίς να θέλω να πω με αυτό ότι είναι τεχνική το θέατρο. Όχι! Είναι ψυχή και τεχνική μαζί.
Κ.Τ. Πώς προέκυψε η συνάντηση της Μαίρης Βιδάλη με τη Μπουμπουλίνα ;
Μ.Β. Υπάρχει συνέχεια. Η Μπουμπουλίνα δεν πάυει να είναι μια τεράστια ηρωίδα μας και πολύ σωστά η Τάνια Χαροκόπου ονόμασε το έργο «Αθάνατες» γιατί όντως είναι αθάνατες αυτές οι μορφές. Αλλά για εμένα ήταν μια συνέχεια γιατί στα πρώτα μου βήματα ενσάρκωσα στο κινηματογράφο την Ηρώ Κωνσταντοπούλου την πιο μικρή ηρωίδα της Αντίστασης στους Γερμανούς και στη συνέχεια εδώ και επτά χρόνια ερμηνεύω στο θέατρο με μονόλογο τη ζωή της Λέλας Καραγιάννη. Αυτόν τον βραβευμένο μονόλογο, με βραβείο ερμηνείας, αυτόν τον επιτυχημένο μονόλογο του Γιώργου Α. Χριστοδούλου.
Και η Λέλα Καραγιάννη λοιπόν, που παίζω εφτά χρόνια, ήταν τρισέγγονη της Μπουμπουλίνας και στο Μουσείο Μπουμπουλίνας που έπαιξα τη Λέλα Καραγιάννη, υπάρχει η προτομή της Λέλας Καραγιάννη και της Μπουμπουλίνας. Έτσι υπάρχει μια συνέχεια. Όχι μόνο στην καριέρα μου που κατά κάποιο τρόπο, δεν ξέρω γιατί, με βάζουν και παίζω ηρωίδες συνέχεια, αλλά υπάρχει και συνέχεια στην ψυχή του Έλληνα. Αλλάζουν οι νοοτροπίες, αλλάζουν τα γεγονότα, ιστορικά, αλλά μέσα το DNA του Έλληνα, υπάρχει ο ηρωισμός και ειδικά στις γυναίκες γιατί μόνο αδύναμες δεν είμαστε.
Κ.Τ. Γνωρίζοντας μέσα από τα βιβλία της ιστορίας, λογοτεχνίας, βιογραφίες ακόμα και από τον ελληνικό κινηματογράφο το πρόσωπο, τη ζωή και τον αγώνα της Μπουμπουλίνας και διαβάζοντας το κείμενο του έργου «ΑΘΑΝΑΤΕΣ» ποια στοιχεία της προσωπικότητας της Μπουμπουλίνας ήταν αυτά που σας οδήγησαν στην απόφαση να υποδυθείτε τον ρόλο της ηρωίδας Μπουμπουλίνας;
Μ.Β. Το κίνητρο δεν χρειάζεται να δοθεί από την ίδια τη Μπουμπουλίνα και την ιστορία της, γιατί η ζωή της σε ιντριγκάρει φοβερά, να πλησιάσεις και να ερμηνεύσεις. Επίσης μου άρεσε πάρα πολύ το κείμενο της Τάνιας Χαροκόπου, και αναφέρομαι σε όλο το έργο όχι μόνο στον ρόλο της Μπουμπουλίνας, που έκανε αυτήν την καινοτομία.
Κ.Τ. Τι ξεχωριστό έχει αυτό το κείμενο;
Μ.Β. Η Τάνια έκανε μια καινοτομία. Έφερε στο ίδιο έργο δυο ηρωίδες που δεν συναντήθηκαν ποτέ και τις βάζει με κάποιον τρόπο να συναντώνται, να έχουν επαφή. Αυτό είναι ένα εύρημα και το έχω ξαναβρεί αυτό το εύρημα και το έχω υπηρετήσει ως Μαρία Στιούαρτ, στο έργο του Φρήντριχ Σίλλερ «Μαρία Στιούαρτ» γιατί επίσης η Μαρία Στιούαρτ με την Ελισάβετ δεν είχαν συναντηθεί ποτέ και ήταν σύλληψη του Σίλλερ να βάλει μια σκηνή ότι δήθεν συναντήθηκαν στο δάσος. Αυτό λοιπόν είναι πάρα πολύ σημαντικό και η Τάνια Χαροκόπου πήρε το Α΄ Βραβείο στον διαγωνισμό που διοργάνωσε η Περιφέρεια Αττικής για θεατρικό έργο και η Κατερίνα Χέλμη που ήταν ένα από τα Μέλη της Επιτροπής μου είπε «ένας λόγος που της έδωσα το βραβείο είναι γιατί δεν μας έδωσε μόνο την ιστορία, αλλά είχε και μια πρόταση και μια καινοτομία σαν συγγραφέας». Χάρηκα πάρα πολύ όταν ανακοινώθηκε στην Τάνια ότι πήρε το βραβείο, ήρθε στο γραφείο μου μαζί με τον σκηνοθέτη και μου πρότειναν να παίξω εγώ τη Μπουμπουλίνα, ήρθα σε πολύ δύσκολη θέση, γιατί είχε προηγηθεί η βράβευση από την Περιφέρεια και εγώ ήμουν Αντιπεριφερειάρχης. Της είπα λοιπόν «δεν μπορώ», επαγγελματικά μιλώντας, «να πάρω τη δουλειά από μια συνάδελφο» και έτσι βρήκαμε αυτή τη λύση να παίξει στις παραστάσεις τις περισσότερες της Περιφέρειας (σ.σ. Αττικής) μια άλλη συνάδελφος, ώστε να αμειφθεί και εκείνη, η πολύ αξιόλογη Ρούλα Αντωνοπούλου, που παίζει με επιτυχία την Μπουμπουλίνα, και στις υπόλοιπες που δεν θα έχει σχέση η Περιφέρεια Αττικής, να παίξω εγώ, φυσικά με φιλική συμμετοχή.
Κ.Τ. Ποιες είναι οι ιδιαιτερότητες που έχει σαν ρόλος η Μπουμπουλίνα και ποια ήταν τα σημεία που σας δυσκόλεψαν μέχρι να κατανοήσετε τον ρόλο;
Μ.Β. Να κατανοήσω όχι, γιατί τον κατανόησα από την πρώτη στιγμή. Η δυσκολία μου ήταν ότι εκείνη ήταν μια γυναίκα με εντελώς διαφορετική προσωπικότητα από εμένα. Δηλαδή απότομη, θα έλεγα επίσης λαϊκή με τη σημερινή σκιαγράφηση που μπορούμε να κάνουμε σε έναν ρόλο, δεν ήταν η Μαντώ Μαυρογένους που θα ήμουν πιο κοντά, ακόμα και ο βηματισμός της έπρεπε να είναι διαφορετικός. Γιατί αυτή η γυναίκα ήταν συνέχεια πάνω σε ένα καράβι, οπότε και το βήμα της έπρεπε να είναι αλλιώτικο. Υπάρχουν κάποιες λεπτομέρειες που κάνουν τον ρόλο. Μετά με δυσκόλεψε πάρα πολύ ότι έπρεπε να φοράω αυτό το μαντήλι. Βρήκα όμως τρόπο, έναν τρόπο να το στερεώσω σωστά χωρίς να έχω την έγνοια πώς θα σταθεί το μαντήλι, ήθελα να είναι απόλυτα μέσα μαζί με τον ρόλο. Αυτές οι τεχνικές λεπτομέρειες είναι πιο σημαντικές από το να βρεις τον εσωτερικό κόσμο της ηρωίδας. Γιατί τον εσωτερικό κόσμο τον έχεις, με το κείμενο μαζί μέρα με τη μέρα πας κοντά του ή έρχεται εκείνη.
Κ.Τ. Η Μαίρη Βιδάλη μέσα από τον ρόλο της Μπουμπουλίνας έρχεται αντιμέτωπη με στοιχεία του χαρακτήρα της;
Μ.Β. Τα κοινά στοιχεία που βρήκα με τη Μπουμπουλίνα, είναι ότι και εκείνη είχε παιδιά, πολλά. Για την εποχή της βέβαια ήταν πολύ φυσιολογικό να έχεις εφτά παιδιά, αλλά και εγώ έχω τρία παιδιά, δηλαδή η μητρότητα ήταν ένα πολύ μεγάλο στοιχείο δικό της, κοινό μας. Η μητρότητα και η πίστη στον Θεό. Γιατί πιστεύω και η Μπουμπουλίνα πίστευε πάρα πολύ και επικαλείτο συνέχεια την Παναγία. Και πώς να μην πιστεύω και να μην επικαλούμαι και εγώ την Παναγία αφού η μισή καταγωγή μου είναι από την Τήνο.
Κ.Τ. Κυρία Βιδάλη είστε μια ηθοποιός που κατά καιρούς έχει ερμηνεύσει πολλούς και μεγάλους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Η Μπουμπουλίνα όμως είναι κάτι το διαφορετικό, έχει ένα ιδιαίτερο βάρος για εσάς;
Μ.Β. Έχουν ένα ιδιαίτερο βάρος όλες αυτές οι ηρωίδες που έχω ερμηνεύσει. Κάθε μια, τεράστιο βάρος και είμαι πάρα πολύ περήφανη που μου ανέθεσαν αυτούς τους ρόλους. Ο ρόλος όμως που πραγματικά με έχει συγκλονίσει γιατί έχω μεγάλο άγχος αν τα καταφέρω είναι αυτός που μου έδωσε ο Γιώργος Πατούλης, ως Αντιπεριφερειάρχης Πολιτισμού. Αυτό είναι ένα μεγάλο βάρος, αυτό ήθελα και γι’ αυτό ασχολήθηκα με την τοπική αυτοδιοίκηση και μάλιστα σε αυτό τον βαθμό. Ήθελα αυτή η πείρα των 42 χρόνων που έχω στο θέατρο να μπορέσει να προσφέρει κάτι, γενικά στον κόσμο, στους συναδέλφους και αυτό προσπαθώ να κάνω. Και χαίρομαι που ο Γιώργος Πατούλης δέχτηκε αυτή την προσπάθεια ότι είναι σε σωστές βάσεις γιατί ανανέωσε πριν λίγες ημέρες τη θητεία μου για ένα χρόνο.
Κ.Τ. Η συνέντευξή μας πραγματοποιείται δυο μέρες μετά από τη μεγάλη φωτιά στην Βαρυμπόμπη, στην Εύβοια, στην Ηλεία όπου κινδύνευσε και ο αρχαιολογικός χώρος της Αρχαίας Ολυμπίας και άλλου. Θεωρείτε στην Ελλάδα έχουμε περιβαλλοντική παιδεία και ενδιαφέρον για τα θέματα περιβάλλοντος, της κλιματικής αλλαγής κ.λπ;
Μ.Β. Θεωρώ ότι ο δυτικός πολιτισμός γενικά δεν εστίασε όσο έπρεπε σε αυτό, κάθε άλλο πολέμησε τη φύση. Η τεχνολογία πολλές φορές στάθηκε εχθρός της φύσης και πληρώνουμε αυτές τις ενέργειες. Ο άνθρωπος της Δύσης πρέπει σιγά σιγά να καταλάβει την ευθύνη του και τον κίνδυνο που διατρέχει έχοντας αυτή τη συμπεριφορά απέναντι στο οικολογικό σύστημα. Είμαι τυχερή γιατί αυτή τη στιγμή ανήκω σε μια οικογένεια, στην οικογένεια της Νέας Αρχής, είναι η παράταξη του Γιώργου Πατούλη που είμαι Μέλος, που πάρα πολύ εστιάζει στο οικολογικό θέμα και στον Πολιτισμό. Γιατί δεν είναι εύλογα αυτά τα πράγματα, επειδή είναι στην ηγεσία θα ασχολείται με αυτά τα θέματα. Υπάρχουν άνθρωποι στην αντίστοιχη θέση που δεν είχαν καμία σχέση με τον Πολιτισμό και αδιαφορούσαν για το περιβάλλον, και οι συνέπειες που βλέπουμε είναι αυτές. Της πολιτικής τους που αδιαφορούσαν εντελώς για τον Πολιτισμό. Εάν ένας άνθρωπος ενδιαφέρεται για τον Πολιτισμό, μοιραία σέβεται το περιβάλλον γιατί σέβεται και τον συνάνθρωπό του. Αν δεν είναι υγιής η φύση, δεν μπορούμε να είμαστε και εμείς.
Κ.Τ. Κυρία Βιδάλη αναφέρατε ότι πριν λίγες ημέρες ο Γιώργος Πατούλης ανανέωσε τη θητεία σας. Ποιους τρεις στόχους θέσατε ως προτεραιότητα που πρέπει να προχωρήσουν άμεσα;
Μ.Β. Δεν θέτω μόνη μου τους στόχους, τις πρωτοβουλίες τις παίρνει ο Περιφερειάρχης, ο οποίος φυσικά ακούει τους Συμβούλους του και δίνει αρμοδιότητες σε ανθρώπους που είναι αντίστοιχα κατάλληλοι. Οι στόχοι μας είναι να συνεχίσουμε να στηρίζουμε τους καλλιτέχνες, να δώσουμε στο Αττικό Άλσος την πνοή που είχε τα καλά χρόνια, δηλαδή να λειτουργήσει καθ’ όλη τη διάρκεια, να συμμετάσχουμε σε δράσεις αναστήλωσης και αποκατάστασης αρχαιολογικών χώρων και πάρα πολλά άλλα. Προσωπικά θα ήθελα να δημιουργηθεί ένα Διεθνές, Φεστιβάλ, βαλκανικής όμως γεωγραφικής θέσης, Φεστιβάλ Αρχαίου Δράματος.
Κ.Τ. Η Περιφέρεια όσον αφορά τους πολιτιστικούς συλλόγους τι σκέφτεται να κάνει;
Μ.Β. Οι πολιτιστικοί σύλλογοι, χρηματοδοτούνται, πολύ λίγο φυσικά γιατί τα οικονομικά είναι περιορισμένα γενικά, από τους Δήμους. Εμείς επιλέγουμε κάποιες δράσεις που έχουν εμβέλεια σε όλη την Αττική. Δράσεις Δήμων που θα μπορούν να τις παρακολουθήσουν σε όλη την Αττική όχι μόνο διαδημοτικά, γιατί αυτό είναι αρμοδιότητα των Δήμων και όχι δική μας.
Κ.Τ. Όσον αφορά τα ΑμεΑ;
Μ.Β. Μεγάλη δραστηριότητα πάνω σε αυτό και σε όλους τους τομείς. Σε αποκατάσταση ανθρώπων με Ειδικές Ανάγκες, σε ειδικούς χώρους, σε ειδικά γήπεδα για παραπληγικούς αγωνιστές. Δίνει μεγάλη βαρύτητα πάνω σε αυτό ο Περιφερειάρχης και εμείς έχουμε κάποιες δράσεις με παιδιά ΑμεΑ που ασχολούνται με τα πολιτιστικά, τα στηρίζουμε.
Κ.Τ. Οι «Αθάνατες» είναι ένα έργο αφιέρωμα στην προσφορά και τη θυσία δυο σπουδαίων γυναικών της Επανάστασης. Τι μας διδάσκουν αυτές οι γυναίκες και τι κερδίζουμε εμείς ως θεατές από την παράσταση;
Μ.Β. Ό,τι μάς διδάσκει η Επανάσταση η ίδια. Ότι δεν έχει σημασία πόσες δυνάμεις εξωτερικές έχεις, αλλά πόσες εσωτερικές. Γιατί οι Έλληνες ήταν πραγματικά μια χούφτα απέναντι σε μια Οθωμανική Αυτοκρατορία και όμως τα κατάφεραν. Η δύναμη η εσωτερική είναι που μετρά. Ας έχεις υποστηρικτές χιλιάδες με εξωτερικά στοιχεία, εάν ο ίδιος δεν έχεις τη δύναμη και την αυτοπεποίθηση, αλλά και τις γνώσεις, δεν μπορείς να προχωρήσεις. Αυτές οι γυναίκες ήταν θαύματα της φύσης.
Κ.Τ. Θα σας γυρίσω αρκετά χρόνια πίσω, όταν παίξατε στον κινηματογράφο στην ταινία «17 σφαίρες για έναν άγγελο». Και τότε είχατε την τύχη να ενσαρκώσετε τον ρόλο μια άλλης ηρωίδας, όπως άλλωστε προαναφέρατε, της Ηρούς Κωνσταντοπούλου. Ποια είναι τα κοινά σημεία των δυο ρόλων και των προσωπικοτήτων της Μπουμπουλίνας και της Ηρούς;
Μ.Β. Η Ηρώ με την Μπουμπουλίνα δεν είχαν κοινά στοιχεία. Με τη Μαντώ είχαν. Όπως ήταν η παιδεία τους και η αστική τους προέλευση, οικονομική, κοινωνική, μορφωτική. Με τη Μπουμπουλίνα δεν είχε. Είχαν όμως όλες, όχι μόνο οι Ελληνίδες αλλά παγκοσμίως όλες οι ηρωίδες, κοινό ψυχισμό στο γεγονός ότι έβαζαν τον στόχο τους, το ιδανικό τους, στην προκειμένη περίπτωση την πατρίδα τους, πάνω από τη ζωή τους.
Κ.Τ. Η Μαίρη προσέγγισε τις δυο ηρωίδες με τον ίδιο τρόπο;
Μ.Β. Κάθε ρόλο τον προσεγγίζω με τον ίδιο τρόπο και ο τρόπος είναι ότι δεν φέρνω αυτές σε εμένα, δηλαδή εάν με δείτε σε έναν ρόλο δεν θα με δείτε στον επόμενο και θα νιώσετε ότι «την έχω ξαναδεί». Πολλές φορές έχει τύχει να μην με αναγνωρίσουν κιόλας, να πρέπει να περάσει λίγη ώρα, να ακούσουν τη φωνή μου για να με αναγνωρίσουν. Δεν κοιτάζω να περάσω τη γνωστή μανιέρα που θα έπρεπε να έχω μάλλον. Προσεγγίζω κάθε ρόλο με βάση αυτόν, ενώ υπάρχουν ηθοποιοί που κάνουν το αντίθετο και δεν τους κατηγορώ, είναι ο δικός τους τρόπος να προσεγγίζουν κάτι.
Κ.Τ. Πατρίδα, θρησκεία, οικογένεια, ελευθερία, τα ιδανικά τα οποία υπερασπίστηκαν πολεμώντας οι Έλληνες του 1821. Οι Έλληνες του 2021 για ποιους λόγους, ποιες αξίες πολεμούν και πιστεύετε είναι έτοιμοι να υπερασπιστούν τα ίδια ιδανικά με εκείνα του 1821;
Μ.Β. Πιστεύω από την ιστορία μας, αυτό δεν είναι δικό μου, στην κρίσιμη στιγμή γινόμαστε ένα, στην κρίσιμη στιγμή τα θυμόμαστε όλα αυτά, και ας τα ξεχνάμε παροδικά και αντιμετωπίζουμε τον κίνδυνο ομαδικά.
Κ.Τ. Μιλάμε για έναν πόλεμο ή κάτι άλλο;
Μ.Β. Αυτή τη στιγμή για πόλεμο μιλάμε. Να είμαστε ξεκάθαροι. Ελπίζω να μην γίνει, να μην υπάρξει ανάγκη να συμβεί αυτό, γιατί βεβαίως δεν υπάρχει καλός πόλεμος.
Κ.Τ. Τι είναι ελευθερία για εσάς;
Ελευθερία είναι να έχεις τη δημοκρατία, συνώνυμη με την ελευθερία για μένα και τη διατήρηση της αξιοπρέπειάς σου. Να μην υπάρχει κάνεις που να μπορεί να θίξει την αξιοπρέπειά σου.
Κ.Τ. Θα ήθελα κ. Βιδάλη να μιλήσουμε και για τον σκηνοθέτη της παράστασης τον Λεωνίδα Λοϊζίδη και τη συνεργασία σας.
Μ.Β. Ο Λεωνίδας έχει καταγωγή από την Κύπρο και είχε ζήσει τα τελευταία 15 χρόνια στην Αμερική κάνοντας μεγάλες επιτυχίες και ανεβάσματα τραγωδίας που έχει πάρει συγχαρητήρια από όλη την παροικία εκεί της Νέας Υόρκης και σε άλλες πόλεις. Πριν φύγει για Αμερική είχαμε συνεργαστεί σε ένα αμερικάνικο έργο πολύ μοντέρνο, το οποίο είχαμε ανεβάσει στην Αθήνα και στο Λονδίνο. Βέβαια τον έφερε η κ. Χαροκόπου, η οποία μαζί με τον παραγωγό είχαν κλείσει ήδη τη συνεργασία τους και φυσικά αυτή την ιδέα να παίξω κι εγώ πρέπει να την είχε και εκείνος. Ήταν μεγάλη η χαρά μου που τον ξαναείδα γιατί είναι, αυτό που λέμε, ωραίος άνθρωπος, αλλά είδα και μια υπέροχη εξέλιξη ως σκηνοθέτη. Αυτά τα χρόνια ήταν πάρα πολύ δημιουργικά. Γνωρίζαμε ο ένας τον άλλο και υποκριτικά και σαν άνθρωποι, γιατί είναι σημαντικό για μένα να συνεργάζομαι με ανθρώπους που εκτιμώ. Δεν βάζω πρώτα το όνομα, βάζω πρώτα τον άνθρωπο και γι’ αυτό έχω πολλούς συνεργάτες ή φίλους με τους οποίους συνεργάζομαι χρόνια γιατί τους έχω ξεχωρίσει.
Κ.Τ. Με τους υπόλοιπους συντελεστές της παράστασης «Αθάνατες» έχετε ξανασυνεργαστεί;
Μ.Β. Ήταν ένα από τα απωθημένα μου μπορώ να πω να συνεργαστώ με την Άννα Μαχαιριανάκη, τη σκηνογράφο και ενδυματολόγο. Πραγματικά γίναμε, θα ‘λεγα, φίλες ήδη και η δουλειά της είναι εξαιρετική. Και μόνο που βλέπεις το σκηνικό βλέπεις τη θάλασσα, βλέπεις αυτές τις δυο γυναίκες. Και λειτουργικά όλα. Χαίρομαι πάρα πολύ για αυτό. Με τους άλλους ηθοποιούς δεν είχα ξαναδουλέψει. Είναι ο Κωνσταντίνος ο Ζαμπάρας, ο Βασίλης Μπατσακούτσας και τη Μαντώ Μαυρογένους υποδύεται μια νέα ηθοποιός η Σύνθια Μπατσή. Δεν είχα ξαναδουλέψει μαζί τους αλλά δουλεύουμε πάρα πολύ ωραία και με τον Βασίλη ίσως συνεχιστεί η συνεργασία και στο Διάχρονο Θέατρο, θα χαιρόμουν πολύ, αρκεί να ανοίξουν τα θέατρα τον χειμώνα.
Κ.Τ. Εάν ανοίξουν τα θέατρα τον χειμώνα, σκέφτεστε να ανεβάσετε κάποιο έργο;
Μ.Β. Συζητάμε από πέρυσι με τον Γιάννη Μόρτζο να ανεβάσουμε τον «Βυσσινόκηπο» του Τσέχωφ, αλλά εάν μας πουν πάλι όχι 100% πληρότητα, πώς μπορώ να ανεβάσω ένα έργο με 12 ηθοποιούς; Η εναλλακτική μου είναι να ανεβάσω το «Επάγγελμα της Κυρίας Γουόρεν» του Μπερνάρντ Σω.
Κ.Τ. Κυρία Βιδάλη εύχομαι να έχετε κάθε επιτυχία σε όσα κάνετε, όπως συμβαίνει μέχρι τώρα με όλες τις παραστάσεις.
Μ.Β. Δόξα τω Θεώ καλά πήγε το Διάχρονο Θέατρο χρόνια, αλλά τον ο χρόνο μας έκλεισαν και λυπήθηκα πάρα πολύ γιατί το «Λεωφορείο ο πόθος» παίχτηκε μόνο παραστάσεις, πρόλαβε βέβαια και πήρε τέσσερις ύμνους κριτικές, αλλά τι σημασία έχει αυτό, έπρεπε να το δει ο κόσμος…ίσως να το ξαναπαίξω σύντομα, αλλά όχι στο Διάχρονο πάλι.
Πριν κλείσουμε τη συνέντευξη μας θα ήθελα να μου επιτρέψετε να κάνω μια αναφορά στον Γιώργο Πατούλη, γιατί θεωρώ ότι αυτός ο άνθρωπος αξίζει πάρα πολύ, ανεξάρτητα βεβαίως από εμένα, που αύριο δεν θα είμαι εδώ. Αυτός ο άνθρωπος πρέπει να πάει πολύ μπροστά γιατί δουλεύει για όλους, ασταμάτητα, στη φωτιά ήταν εκεί όλο το βράδυ. Και μοιραία τον ακολουθίες, ακολουθείς το πρόγραμμα του. Γιατί κάθε άνθρωπος, σε όλες τις δουλειές βλέπει τι κάνει το αφεντικό.
Κ.Τ. Κυρία Βιδάλη σας ευχαριστώ πολύ που δεχθήκατε να κάνουμε αυτήν την συνέντευξη.
Μ.Β. Κι εγώ σας ευχαριστώ, να είστε καλά.