«Θέλω να σου κρατάω το χέρι» του Τάσου Ιορδανίδη: Κριτική Παράστασης
Το greekaffair.gr παρακολούθησε την παράσταση «Θέλω να σου κρατάω το χέρι» του Τάσου Ιορδανίδη και σας μεταφέρει τις εντυπώσεις του μέσα από αυτήν την ανασκόπηση.
Κριτική παράστασης: Σωτήρης Σουλούκος & Ιωάννης Αρμυριώτης
Το έργο του Τάσου Ιορδανίδη, που συνεχίζει για 4η χρονιά την επιτυχημένη του πορεία, είναι ένα σύγχρονο, ρεαλιστικό δράμα με δόσεις χιούμορ και ευαισθησίας. Εμπνευσμένο από το θρυλικό τραγούδι των Beatles «I Want to Hold Your Hand», το οποίο ηχογραφήθηκε το 1963, η παράσταση αντλεί τη θεματική της από την κλασική ανάγκη του ανθρώπου για συναισθηματική σύνδεση και τρυφερότητα.
Δύο άνθρωποι, ένα παράνομο ζευγάρι, συναντιούνται μυστικά σε ένα ξενοδοχείο ημιδιαμονής. Βρίσκονται σε μια κρίσιμη καμπή της ζωής τους. Ο χρόνος, οι υποχρεώσεις, η φθορά της καθημερινότητας και οι προσωπικές τους ελλείψεις τούς έφεραν σε αυτή τη «παράνομη» συνάντηση. Μέσα από τις κουβέντες τους, τα αστεία και τις εξομολογήσεις, ξεδιπλώνονται προβληματισμοί για τον γάμο, την πίστη, τις ενοχές και τη μοναξιά.
Η παράσταση δεν επιχειρεί να δώσει απαντήσεις, αλλά θέτει ερωτήματα με τα οποία ο θεατής έρχεται αντιμέτωπος: Πότε τελειώνει η αγάπη; Είναι αρκετή η συνήθεια; Πόσο μας λείπει τελικά ένα χέρι να μας κρατάει; Ο ρεαλισμός των διαλόγων και η αμεσότητα των ηθοποιών κάνουν πολλούς από τους θεατές να βλέπουν επί σκηνής τη δική τους ιστορία.
«Θέλω να σου κρατάω το χέρι» του Τάσου Ιορδανίδη: Η αποθέωση της αλήθειας στο Θέατρο Άλφα.
Μια παράσταση που αγγίζει κατευθείαν την καρδιά του θεατή με μοναδικά όπλα την αλήθεια, την απλότητα και δύο σπουδαίους ηθοποιούς στη σκηνή. Ο Τάσος Ιορδανίδης και η Θάλεια Ματίκα, με μια ερμηνευτική ωριμότητα που σπάνια συναντά κανείς, ζωντανεύουν μια ιστορία οικεία, ανθρώπινη και ουσιαστική. Με ρεαλισμό, ευαισθησία και λεπτό χιούμορ, κάνουν τον θεατή να γελά, να συγκινείται, να αναγνωρίσει κομμάτια του εαυτού του. Οι σιωπές τους λένε όσα τα λόγια δεν μπορούν, οι ματιές και τα αγγίγματα χτίζουν μια ένταση που δεν υποχωρεί στιγμή. Είναι μια θεατρική εμπειρία που δεν προσπαθεί να εντυπωσιάσει – και ακριβώς γι’ αυτό μένει αξέχαστη.
Μια ιστορία για όλα όσα χωρίζουν και ενώνουν τους ανθρώπους.
Ένα δωμάτιο. Δύο άνθρωποι. Μια από εκείνες τις πρώτες συναντήσεις που μοιάζουν αθώες, αλλά είναι φορτισμένες με όσα δεν ειπώθηκαν ποτέ στη ζωή τους. Δεν είναι απλώς ένα παράνομο ζευγάρι — είναι δύο ψυχές ρημαγμένες από την καθημερινότητα, τη σιωπή, την εσωτερική φθορά. Δύο άνθρωποι που κουβαλούν βάρη, απώλειες, παραλείψεις, τύψεις. Πονάνε. Κι όμως, βρίσκουν ο ένας στον άλλο ένα απρόσμενο καταφύγιο.
Πόσα μπορούμε να πούμε σε έναν άνθρωπο που δεν τον ξέρουμε; Πόσο πιο εύκολα του ανοίγουμε την καρδιά μας, χωρίς τον φόβο της απογοήτευσης; Και πόσο δύσκολο γίνεται αυτό με εκείνον που γνωρίζουμε καλά, που ζούμε μαζί του, που μας έχει πληγώσει ή που τον έχουμε πληγώσει; Μήπως τελικά η απόσταση και η άγνοια φέρνουν μια παράξενη οικειότητα, μια τρυφερότητα που δεν τόλμησε να υπάρξει αλλού;
Η παράσταση σκύβει με αλήθεια και τρυφερότητα πάνω από αυτές τις ερωτήσεις. Μέσα από εξομολογήσεις και σιωπές, μέσα από χαμόγελα και μικρές ρωγμές, ξεδιπλώνεται μια σχέση που δεν έχει ανάγκη από ορισμούς. Μια σχέση που στέκεται στο μεταίχμιο του «μαζί» και του «χωριστά», του «ποτέ» και του «ίσως».
Τι είναι τελικά αυτό που ενώνει και αυτό που χωρίζει τους ανθρώπους; Είναι πιο επώδυνο το να απομακρύνεσαι ή το να δένεσαι βαθιά με κάποιον; Είναι πιο σκληρό να μη γνωρίζεις ή να ξέρεις και να μην μπορείς να αλλάξεις;
Κι όμως, πάντα μένει ένα «γιατί». Ένα «αν». Ένα «μήπως». Κι αυτό το «μήπως», αδύναμο αλλά επίμονο, μπορεί να φωτίσει έναν νέο δρόμο. Γιατί ίσως υπάρχει πάντα η πιθανότητα οι πληγές να κλείσουν, να ξαναγεννηθούν αισθήσεις, να ξυπνήσουν συναισθήματα που έμοιαζαν χαμένα. Ίσως η επανεκκίνηση να μην είναι ψευδαίσθηση, αλλά μια βαθιά ανάγκη.
Όταν κοιτάς προς το φως, ακόμα κι αν δε βλέπεις καθαρά, κάποιος δρόμος θα υπάρχει. Και ίσως στο τέλος αυτού του δρόμου να υπάρχει απλώς ένα χέρι που σε περιμένει. Να στο κρατήσει. Να μη σε αφήσει. Να σου θυμίσει πως ποτέ δεν είναι αργά.
όταν εγώ λέω αυτό το κάτι… «θέλω να σου κρατάω το χέρι», θέλω να σου κρατάω το χέρι και σε παρακαλώ θέλω να μου πεις οτι θα με αφήσεις να είμαι ο άντρας σου και σε παρακαλώ θέλω να μου πεις οτι θα με αφήσεις… να σου κρατάω το χέρι…
«Θέλω να σου κρατάω το χέρι»: Μια παράσταση γεμάτη αλήθεια, βάθος και ερμηνείες που σε καθηλώνουν
Στη σκηνή ξεδιπλώνεται μια σχέση που μοιάζει απλή, μα είναι φορτισμένη με όσα οι ήρωες δεν τολμούν να πουν ούτε στον εαυτό τους. Η Θάλεια Ματίκα υποδύεται μια γυναίκα κλειστή, σκληρή, που έχει μάθει να μην εκθέτει συναισθήματα. Κουβαλάει φόβο, μοναξιά και κούραση. Δεν ζητά τίποτα, δεν ελπίζει σε τίποτα — μέχρι που ξαφνικά, νιώθει την ανάγκη να μιλήσει. Και τότε αρχίζει να ξεγυμνώνεται, όχι με λόγια μεγάλα, αλλά με βλέμματα, παύσεις, μικρές ρωγμές. Η ανάγκη της για επικοινωνία, για μοίρασμα, ξεπηδά μέσα από τη σιωπή. Το σκληρό της προσωπείο δεν σπάει απότομα – λυγίζει, υποχωρεί, και αποκαλύπτει έναν άνθρωπο βαθιά πληγωμένο, που προσπαθεί απλώς να σταθεί όρθιος.
Απέναντί της, ο Τάσος Ιορδανίδης. Στην αρχή, πιο ελαφρύς. Χιούμορ, χαλαρότητα, ένας άνθρωπος που φαίνεται πως δεν θέλει να σκάψει βαθιά. Θέλει μόνο να ξεφύγει, να γελάσει, να ζήσει έστω για λίγο χωρίς ενοχές και «να κάνει ότι του έρχεται στο κεφάλι». Μα όσο προχωρά η νύχτα, τόσο αποκαλύπτεται και η δική του πληγή: ένας πατέρας μακριά από το παιδί του, εκτοπισμένος από τη ζωή του. Κρατάει μέσα του την ελπίδα, κι αυτή η ελπίδα είναι που τον κρατά όρθιο. Μέχρι που κι εκείνος λυγίζει. Το ξέσπασμά του δεν είναι ένα απλό δραματικό σημείο — είναι κραυγή. Πόνος αληθινός. Κόμπος στον λαιμό για τον θεατή. Δεν είναι υποκριτική, είναι κατάθεση ψυχής.
Η παράσταση δεν στηρίζεται σε εντυπωσιακές κινήσεις ή στην επιτήδευση. Στηρίζεται στους ανθρώπους της. Στα βλέμματα, στις παύσεις, στις ανατροπές που έρχονται ήσυχα, χωρίς φωνές, και συγκλονίζουν ακριβώς επειδή μοιάζουν τόσο αληθινές. Το γέλιο έρχεται φυσικά, όχι για να ξεσπάσεις, αλλά για να ισορροπήσεις τη συγκίνηση. Το δράμα δεν κατασκευάζεται — προκύπτει.
Είναι μια παράσταση για όσους έχουν νιώσει, έχουν χάσει και για όσους κάποτε πίστεψαν πως μπορεί να υπάρξει μια δεύτερη αρχή. Ένα έργο που σε αφήνει με μια γεμάτη σιωπή στο τέλος — αυτή τη σιωπή που έρχεται όταν έχεις δει κάτι που σου θύμισε ποιος είσαι, ή ποιος ήσουν. Και που ίσως, τελικά, υπάρχει ακόμα καιρός να ξαναγίνεις.
Μια παράσταση που δεν πρέπει να χάσει κανείς.
Εισιτήρια: ΕΔΩ
Αυτή η κριτική στοχεύει να προβάλει τις κεντρικές αρετές της παράστασης και να ενθαρρύνει τους αναγνώστες να βιώσουν την εμπειρία από κοντά καθώς και να δείξει τις αδυναμίες αυτής.
Συντελεστές
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Θέλω να σου κρατάω το χέρι» του Τάσου Ιορδανίδη
Σκηνοθεσία-Μουσική επιμέλεια: Θάλεια Ματίκα
Σκηνικά-κοστούμια: Ηλένια Δουλαδήρη
Φωτισμοί: Ζωή Μολυβδά-Φαμέλη
Φωτογραφίες: Βαγγέλης Πατεράκης (2021-22), Ελίνα Γιουνανλή (2022-23)
Official Trailer: Jaco and the Magic beans
Video (Στιγμυότυπα παράστασης): Liccorice Pizza
Σχεδιασμός ήχου: Στέφανος Κεραμίδας
Βοηθός σκηνοθέτη: Μαρία Καρτσαφλέκη
Επικοινωνία θεάτρου: Μαρίκα Αρβανιτοπούλου
Διεύθυνση θεάτρου: Μανώλης Φραγκάκης
Παίζουν: Τάσος Ιορδανίδης – Θάλεια Ματίκα
Πηγή: Greekaffair.gr